«Φώτα, φως άγιας γιορτής γύρω λαμπυρίζει. Άγιος Γιάννης Βαπτιστής τον Χριστό βαπτίζει. Σήμερα, μες στο νερό, θάλασσα, ποτάμι ρίχνουν το χρυσό σταυρό, τ’ άγιασμα να κάμει. Σ’ όλα τα νερά αγιασμός και σε μας φωτισμός. Στου σπιτιού μας τη μεριά πάμε», άδουν στα κάλαντα των Φώτων.

Άγια Θεοφάνεια, Επιφάνεια ή Φώτα, τρεις διαφορετικές ονομασίες για μια από τις πιο ιερές ημέρες στη ζωή των Χριστιανών, και αναφέρεται στη φανέρωση της Αγίας Τριάδας κατά τη βάπτιση του Ιησού Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό από τον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή.

Τα Άγια Θεοφάνεια είναι από τις αρχαιότερες εορτές της Εκκλησίας μας, μετά το Πάσχα, η οποία θεσπίσθηκε το 2ο αι. μ.Χ., η τρίτη και τελευταία εορτή του Δωδεκαημέρου της εορτής των Χριστουγέννων.

Η ονομασία Θεοφάνεια είναι και η αρχαιότερη και έχει την αρχή της στον λόγο του Αποστόλου Παύλου «Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α’, Τιμ., γ’ 16). Η ονομασία Επιφάνεια είναι μεταγενέστερη, έχει όμως την αρχή της στην Αγία Γραφή και συγκεκριμένα στα Τίτ., β’, 11 «Επεφάνη γαρ η χάρις του Θεού η σωτήριος πάσιν ανθρώποις» και Τίτ., β’, 13 «και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού».

Το Βάπτισμα του Κυρίου συνδέθηκε με το βάπτισμα των κατηχούμενων, που λέγεται και «φώτισμα», και έδωσε την Τρίτη ονομασία στη γιορτή, «Τα Φώτα» ή «Τα Άγια Φώτα».

Τα Επιφάνεια δεν είναι γνωστό με βεβαιότητα πότε καθιερώθηκε να εορτάζονται. Ωστόσο, σίγουρα αποτελούν μία από τις αρχαιότερες εορτές της Εκκλησίας μας. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς κάνει λόγο για κάποιους αιρετικούς Γνωστικούς που από τις αρχές του 2ου αι. γιόρταζαν τη Βάπτιση του Ιησού. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος παραδέχεται και περιγράφει την εορτή ως αρχαία πανήγυρη στην Αντιόχεια τη Μεγάλη και ότι από εκεί την παρέλαβαν οι Γνωστικοί. Κατά τον 4ο αι. τα Θεοφάνεια γιορτάζονται πλέον με λαμπρότητα σε όλη την Εκκλησία ως εορτή του φωτισμού της ανθρωπότητας διά του Αγίου Βαπτίσματος.

Στις Δυτικές Εκκλησίες, τα Θεοφάνεια είναι περισσότερο συνδεδεμένα με την προσέλευση και την προσκύνηση των Τριών Μάγων στη Φάτνη της Γέννησης του Ιησού.

Την ημέρα των Θεοφανείων αγιάζονται τα ύδατα. Ο ιερέας ρίχνει τον σταυρό σε θαλάσσιο χώρο λιμανιών, σε όχθες ποταμών ή λιμνών και στην ανάγκη σε δεξαμενές νερού, κατά μίμηση της Βάπτισης του Θεανθρώπου. Οι νέοι πέφτουν για να τον πιάσουν, ενώ θεωρείται ευλογία για εκείνον που θα τον πιάσει.

Στην Αττική, η επίσημη κατάδυση ορίστηκε να γίνεται από το 1900 στον Πειραιά, ενώ παρόμοιες τελετές γίνονται σε όλους τους νομούς της χώρας.

Τη φετινή χρονιά, όλα χρωματίζονται από τον περιορισμό που επιβάλλουν τα ενδεδειγμένα μέτρα αποτροπής διασποράς του κορονοϊού. Αυτό συνεπάγεται λιγότερους πιστούς, διακριτές αποστάσεις μεταξύ τους, την απαραίτητη χρήση μάσκας, τόσο στα σημεία καταδύσεων όσο και στις εκκλησίες, όπου τελείται η Ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού.

Ωστόσο, «Όσοι γαρ εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε…», Απόστολος Παύλος (Γαλ. Γ’ 27).

 

Ελένη Μαχαίρα

Κοινοποίηση

Κοινοποιείστε στους φίλους σας!