• Γράφει ο Σάββας Δημητριάδης

 

Όταν ένα σκάνδαλο παρακολουθήσεων δημοσιογράφων, πολιτικών, πολιτών από την ΕΥΠ και άλλα κέντρα με τη χρήση κακόβουλου λογισμικού αποκαλύπτεται και παραιτούνται ο γενικός γραμματέας του πρωθυπουργού και ο διορισμένος διοικητής της ΕΥΠ, υπηρεσίας της οποίας προϊστάμενος είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός, τότε η πολιτική ευθύνη ανήκει στον προϊστάμενο δηλαδή στον Κυρ. Μητσοτάκη. Ο ίδιος με βάση τα όσα είπε στο διάγγελμά του δείχνει να μην το αντιλαμβάνεται αυτό.

 

Όμως η ευθύνη είναι αντικειμενικά δική του γιατί με την ανάληψη της εξουσίας από τη ΝΔ το 2019 ανέλαβε την εποπτεία της ΕΥΠ και άλλαξε τον νόμο ώστε να μπορέσει ο κ. Κοντολέων να ηγηθεί της ΕΥΠ, αφού δεν είχε τα απαιτούμενα προσόντα.

Τον Αύγουστο του 2019 ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ Αλέξης Τσίπρας έκανε σχετική παρέμβαση στη Βουλή για τον Παναγιώτη Κοντολέοντα, τονίζοντας ότι με ποια εχέγγυα και ποιες ασφαλιστικές δικλείδες μπορεί αυτός ο άνθρωπος να ανταποκριθεί στην εθνική αποστολή με όρους εθνικού σχεδιασμού, με όρους εμπιστοσύνης και εχεμύθειας και το κυριότερο με όρους σεβασμού στο δημοκρατικό χαρακτήρα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Τον Σεπτέμβριο του 2019 ο Αλέξης Τσίπρας επανέρχεται και επισημαίνει τον κίνδυνο από τη νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης αφού δίνονται στον νέο Διοικητή ανεξέλεγκτες αρμοδιότητες – τη δυνατότητα να τοποθετεί «συνδέσμους» της ΕΥΠ, χωρίς καμία ανακοίνωση, σε όποια δημόσια υπηρεσία επιθυμεί, υιοθετώντας καθεστωτικές πρακτικές που παραπέμπουν σε νοσηρές εποχές του παρελθόντος.

Ο Κυρ. Μητσοτάκης συνέχισε και έφερε τον Μάρτιο του 2021 τροπολογία με αναδρομική ισχύ με την οποία ο νόμος πλέον απαγορεύει στην ΑΔΑΕ (την ανεξάρτητη Αρχή για τη Διασφάλιση του Απορρήτου των Επικοινωνιών) να γνωστοποιεί στους πολίτες ότι βρέθηκαν υπό παρακολούθηση.

Η νέα ρύθμιση προκάλεσε νομικές αντιδράσεις, αφού στις 7 Απριλίου 2021 ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ Χρήστος Ράμμος και άλλα δύο μέλη της Αρχής δημοσιεύουν άρθρο στο επιστημονικό περιοδικό Constitutionalism, υποστηρίζοντας ότι η τροπολογία Μητσοτάκη παραβιάζει την συνταγματικά κατοχυρωμένη προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών και το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).

Γιατί όμως αγνοήθηκαν οι αντιδράσεις από την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό;

Σήμερα με την επίσημη αποκάλυψη του σκανδάλου των τηλεφωνικών υποκλοπών σε δημοσιογράφους και στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, ο πρωθυπουργός της χώρας παλεύει για τη «διάσωσή» του και φαίνεται να πιστεύει ότι αξίζει να διασωθεί ο ίδιος παρά η δημοκρατία. Μπορεί όμως να συμβεί αυτό;

Το πολιτικό σύστημα της χώρας, οι θεσμοί, τα πολιτικά πρόσωπα,  μπορούν, ως σύνολο, να λειτουργήσουν κάτω από ένα καθεστώς στο οποίο παραβιάζονται βασικές αρχές του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας και μάλιστα με ευθύνη του πρωθυπουργού της χώρας;

Ποιος μπορεί και για πόσο καιρό να επωμιστεί το βάρος αυτό όταν κάθε μέρα που περνάει τα ερωτήματα πολλαπλασιάζονται; Όταν δεν γνωρίζει κανείς πόσοι και ποιοι άλλοι πολιτικοί και δημοσιογράφοι παρακολουθήθηκαν είτε από την ΕΥΠ είτε από κακόβουλα λογισμικά παρακολούθησης; Και τελικά αξίζει η «διάσωση» Μητσοτάκη περισσότερο και από την ίδια τη δημοκρατία; Η ιστορία δίνει την απάντηση.

Σε κάθε περίπτωση οι προοδευτικές δυνάμεις της χώρας, η κοινωνία και οι δημοσιογράφοι που ερευνούν και παλεύουν για την ανάδειξη της αλήθειας μπορούν να δώσουν τη δημοκρατική απάντηση απέναντι στην κακοποίηση του κράτους δικαίου και των περιορισμών των ελευθεριών από το καθεστώς Μητσοτάκη.

* Ο Σάββας Δημητριάδης είναι συντονιστής Ν.Ε. ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Ιωαννίνων/ από το left.gr

 

Κοινοποίηση

Κοινοποιείστε στους φίλους σας!