Συζητήθηκε χθες στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) ως πρότυπη δίκη η προσφυγή για την επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού στους δημοσίους υπαλλήλους, μια υπόθεση με ισχυρό πολιτικό και κοινωνικό φορτίο. Η εκδίκαση ανέδειξε εκ νέου το χάσμα ανάμεσα στις συνταγματικές ερμηνείες των μισθολογικών περικοπών και τις κοινωνικές διεκδικήσεις των εργαζομένων.

Κατά την ακροαματική διαδικασία, η κυβερνητική πλευρά υποστήριξε με σθεναρότητα την απόφαση του 2019 του ΣτΕ, που έκρινε ως συνταγματικές τις περικοπές μισθών και δώρων της μνημονιακής περιόδου. Βασικά σημεία της επιχειρηματολογίας περιλάμβαναν την ανάγκη διατήρησης της δημοσιονομικής σταθερότητας, τη συμμόρφωση με τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις, καθώς και την αυτονομία της νομοθετικής εξουσίας.

Όπως τονίστηκε, η αποκατάσταση των δώρων θα απαιτούσε πολιτική απόφαση και όχι δικαστική παρέμβαση, καθώς το ανώτατο δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέρχεται στις λεπτομέρειες της δημοσιονομικής διαχείρισης ή να επιβάλλει νέες νομοθετικές πρωτοβουλίες. Ειδική αναφορά έγινε στην ευρωπαϊκή Οδηγία 2022/2041, η οποία, σύμφωνα με την κρατική πλευρά, δεν δημιουργεί δεσμευτική νομική υποχρέωση για την αποκατάσταση των επιδομάτων.

Από την άλλη πλευρά, εργατικά σωματεία και εκπρόσωποι των εργαζομένων εξέφρασαν έντονη αντίθεση, κάνοντας λόγο για συνεχιζόμενη απαξίωση των δικαιωμάτων των δημοσίων υπαλλήλων και για διατήρηση του μνημονιακού πλαισίου ακόμα και σε περίοδο ανάπτυξης. Όπως σημειώθηκε, οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ φέρουν ευθύνη για την εδραίωση αυτών των περικοπών, που πλέον θεωρούνται διαρθρωτικές και όχι προσωρινές.

Σε ανακοίνωσή τους, συνδικαλιστικές δυνάμεις επεσήμαναν ότι η αποκατάσταση του 13ου και 14ου μισθού δεν μπορεί να επαφίεται σε νομικούς ακροβατισμούς ή πολιτικές υποσχέσεις, αλλά απαιτεί οργανωμένο, μαχητικό συνδικαλιστικό αγώνα. Κατήγγειλαν επίσης τη στάση ορισμένων πλειοψηφιών σε τριτοβάθμιες οργανώσεις, που –όπως αναφέρουν– έχουν ευθυγραμμιστεί με τις κυβερνητικές στρατηγικές και έχουν απομακρυνθεί από τα πραγματικά προβλήματα των εργαζομένων.

Στο επίκεντρο της κριτικής βρέθηκε το επιχείρημα πως η οικονομική ανάπτυξη της χώρας δεν έχει μεταφραστεί σε ουσιαστική βελτίωση των εισοδημάτων, ενώ την ίδια στιγμή μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι καταγράφουν αυξημένα κέρδη. Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων τόνισαν πως τα πλεονάσματα χτίζονται πάνω στις απώλειες των εργαζομένων και πως η επαναφορά των μισθολογικών δικαιωμάτων αποτελεί κοινωνική αναγκαιότητα.

Το επόμενο διάστημα, αναμένονται εξελίξεις τόσο σε νομικό όσο και σε συνδικαλιστικό επίπεδο, καθώς η απόφαση του ΣτΕ θα διαμορφώσει κρίσιμο προηγούμενο για τα μισθολογικά αιτήματα των δημοσίων υπαλλήλων. Πάντως, όπως δήλωσαν συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι, η τελική έκβαση δεν θα κριθεί μόνο στις αίθουσες των δικαστηρίων, αλλά και στους χώρους δουλειάς, στους δρόμους και στις συλλογικές διεκδικήσεις.