Το ρολόι δείχνει λίγα λεπτά μετά το μεσημέρι και η βαριά σιδερένια πόρτα του Εβραϊκού Μουσείου Θεσσαλονίκης ανοίγει για να υποδεχτεί στον χώρο μια ευμεγέθη ομάδα μαθητών. «Εδώ, στ’ αριστερά είναι η έκθεση», ακούγεται να λέει ένας μαθητής, με τους υπόλοιπους να ακολουθούν κι όλοι μαζί να στέκονται μπροστά στο πορτρέτο μιας γνώριμης φυσιογνωμίας της πόλης -και όχι μόνο… Αυτή του επιζώντα του Ολοκαυτώματος Χάιντς Κούνιο, που ήταν έφηβος ακόμα, όταν απελάθηκε μαζί με τον πατέρα του Σαλβατώρ, τη μητέρα του Χέλλα και την αδελφή του Έρικα, στις 15 Μαρτίου του 1943, με το πρώτο τρένο από τη Θεσσαλονίκη προς το στρατόπεδο συγκέντρωσης και εξόντωσης του Άουσβιτς.

Φωτογραφημένος στις 17 Μαρτίου 2019, στον παλαιό σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης, ο Χάιντς Κούνιο (ή Μπούμπης, όπως τον αποκαλούν τρυφερά οι δικοί του άνθρωποι) ήταν το πρόσωπο – σύμβολο που επέλεξε ο φωτογράφος Βασίλης Τσιώλης ως αρχή του μίτου για την περιήγηση των επισκεπτών στην έκθεσή του, με τίτλο «Έξι μέρες. Η διαδρομή των Ελλήνων Εβραίων», που φιλοξενείται στο Εβραϊκό Μουσείο Θεσσαλονίκης (σ.σ. εγκαινιάστηκε στις 15 Μαρτίου και θα διαρκέσει ως τις 31 Αυγούστου). Μια έκθεση που έχει ήδη προσελκύσει το ενδιαφέρον των επισκεπτών του Εβραϊκού Μουσείο (εγχώριων και ξένων) και κυρίως πολλών νέων ανθρώπων. Κι όχι τυχαία καθώς, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ίδιος ο δημιουργός της, «η έκθεση λειτουργεί ως ερέθισμα προκειμένου να δώσουμε στα παιδιά το κίνητρο να διαβάσουν περισσότερα για το Ολοκαύτωμα και να επισκεφθούν αυτά τα τοπόσημα που θα δουν εδώ, καθώς όλα βρίσκονται στην “καρδιά” της Ευρώπης, πολλά δε και στην Ελλάδα (στρατόπεδο Χαϊδαρίου, στοά Κοραή κ.ά)».

Η έκθεση αποτελεί μία πρωτοβουλία της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης και του Εβραϊκού Μουσείου Θεσσαλονίκης και είναι ενταγμένη στο πλαίσιο των εκδηλώσεων που διοργανώνονται από την Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης, τον Δήμο Θεσσαλονίκης, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και το Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος για την 80ή επέτειο από την αναχώρηση του πρώτου συρμού από τον παλαιό σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης με προορισμό το στρατόπεδο εξόντωσης του Άουσβιτς-Μπίρκεναου. Έχει αφηγηματικό χαρακτήρα και στόχο να προσεγγιστεί η τραυματική μνήμη της αναχώρησης των Ελλήνων Εβραίων προς τα στρατόπεδα του θανάτου μέσω του φωτογραφικού βλέμματος του Τσιώλη. Ο επισκέπτης έρχεται αντιμέτωπος με την «Προφορική Ιστορία», καθώς αξιοποιούνται προσωπικές προφορικές και γραπτές μαρτυρίες Ελλήνων Εβραίων επιζώντων του Ολοκαυτώματος, με κεντρικό πρόσωπο τον Χάιντς Κούνιο.

Ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης έκθεσης είναι η χρήση της επαυξημένης πραγματικότητας καθώς με σύμμαχο την τεχνολογία, ο επισκέπτης λαμβάνει περισσότερες πληροφορίες πέρα από τις εικόνες που βλέπει. Οι φωτογραφίες αποκτούν φωνή, μουσική και ζωντανεύουν μπροστά του, συνδέοντας το παρελθόν με το παρόν. «Έχω την τύχη και την ευλογία να συνεργάζομαι με τον Θεόδωρο Ράντο κι έχοντας δει ήδη τις δουλειές που έχει κάνει σε άλλα μουσεία, αποφασίσαμε πως αυτό μπορούμε να το φέρουμε στη δική μας έκθεση ώστε να συνδέσουμε τις ιστορίες και τα ντοκουμέντα του Ολοκαυτώματος με τις φωτογραφίες που βλέπει ο χρήστης. Ουσιαστικά ζωντανεύσαμε τις φωτογραφίες, με τις αφηγήσεις που συνδέουν το χθες με το σήμερα», τονίζει ο κ. Τσιώλης. Ευχαριστεί δε, την Interactive Light Designs για τη δωρεά που κατέστησε εφικτή αυτή τη διαφορετική εμπειρία για τον επισκέπτη της έκθεσης, από την οποία δεν θα μπορούσαν να λείπουν τοπόσημα που έχουν συνδεθεί με το έγκλημα του Ολοκαυτώματος, όπως το Μπίρκεναου, με μια από τις πιο αναγνωρίσιμες φωτογραφίες του μεν, αλλά τις πιο χαρακτηριστικές της φρίκης.

Τη δε επιμέλεια της έκθεσης υπογράφουν οι Ξένια Ελευθερίου και Λούση Ναχμία.

 

Από τα βιβλία του Άντονι Μπίβορ στο Άουσβιτς και τη γνωριμία με τον Κούνιο

Αντλώντας έμπνευση από τα βιβλία του Βρετανού ιστορικού Άντονι Μπίβορ για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Βασίλης Τσιώλης άρχισε να «διψά» για περισσότερη γνώση σχετικά με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και όλα όσα ειδεχθή εγκλήματα διαπράχθηκαν στα σπλάχνα τους, ποτίζοντας με αίμα ένα σημαντικό κεφάλαιο της παγκόσμιας ιστορίας. «Ξεκινώντας να διαβάζω Άντονι Μπίβορ, όπως οδηγείτο ο πόλεμος μέσα από τα βιβλία του, έφτασα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Γνώριζα ως παιδί ότι υπήρχαν κάπου -δυστυχώς στα σχολεία δεν δινόταν στη γενιά μας ιδιαίτερη έμφαση στη διδασκαλία του Ολοκαυτώματος- αλλά όταν έφτασα στις αφηγήσεις του γι’ αυτά συγκλονίστηκα με όσα διάβαζα και έβλεπα μπροστά μου», σημειώνει ο κ. Τσιώλης, ο οποίος άρχισε ν’ ασχολείται συστηματικά με την ανάγνωση συγκεκριμένων βιβλίων για τα όσα έγιναν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, συνειδητοποιώντας σε όλη την έκτασή του το γεγονός πως το κομμάτι αυτό της παγκόσμιας ιστορίας αποτελεί κι ένα μεγάλο κεφάλαιο για την ελληνική ιστορία.

Ήταν τότε που άρχισε να «σκαρώνει» στο μυαλό του το συγκεκριμένο φωτογραφικό πρότζεκτ, «καρπός» του οποίου αποτελεί η έκθεση που παρουσιάζεται στο Εβραϊκό Μουσείο. «Μέσα απ’ αυτή την αναζήτηση και μέσα από ταινίες που άρχισα να βλέπω και καθώς ασχολούμαι με τη φωτογραφία και το ντοκιμαντέρ φωτογραφίας, αποφάσισα ότι θέλω να ακολουθήσω τη διαδρομή που αναγκάστηκαν να ακολουθήσουν οι Έλληνες Εβραίοι προς τα στρατόπεδα συγκέντρωσης», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Τσιώλης.

Καθοριστικός σταθμός σε όλη αυτή τη διαδρομή ήταν η συνάντησή του με τον Χάιντς Κούνιο, στην τελευταία πορεία μνήμης που εκείνος συμμετείχε. «Μιλήσαμε και με τον ίδιο και με την κόρη του, Χέλλα. Του έκανα το πορτρέτο του στον σταθμό, γιατί και ο ίδιος και ο συγκεκριμένος τόπος είναι σύμβολα. Για εμένα, ο Χάιντς Κούνιο στην έκθεση συμβολίζει την αρχή του διωγμού, γιατί έφυγε με την πρώτη αμαξοστοιχία, αλλά και το τέλος αφού απελευθερώθηκε στο Έμπενζεε», σημειώνει και προσθέτει: «Δεν θα μπορούσε να λείπει το πορτρέτο του κ. Κούνιο γιατί μ’ αυτό τον τρόπο δίνουμε ψυχή στα τοπόσημα που παρουσιάζονται στην έκθεση».

«Μιλάνε ακόμα αυτοί οι άνθρωποι, ζουν, φωνάζουν ακόμα. Δεν είναι απλώς κάποια κτίρια… Με το πορτρέτο θέλω να δείξω ότι άνθρωποι πέρασαν από εκεί, δεν είναι απλώς μια άσχημη ιστορία από ένα κακό παραμύθι, έγινε στην καρδιά της Ευρώπης», υπογραμμίζει.

«Από το Άουσβιτς έφυγα άλλος άνθρωπος»

Ο Βασίλης Τσιώλης είναι ακόμα συγκλονισμένος απ’ όλα όσα ανακάλυψε καθώς προετοίμαζε το υλικό για την έκθεση. Του είναι αδιανόητο, όπως τονίζει, να πιστέψει ότι «όλο αυτό συνέβη από ανθρώπους σε ανθρώπους», ενώ πηγαίνοντας στο Άουσβιτς, αυτό που του έμεινε πιο έντονα στο μυαλό είναι τα συγκλονιστικά τεκμήρια που καταδεικνύουν το μέγεθος της φρίκης. «Με έκανε να σκεφτώ πώς ήταν να είναι κάποιος εκεί, με όλη αυτή τη συνθήκη, με φωνές που σ’ αναγκάζουν να μπεις σ’ έναν θάλαμο, ενώ αντιλαμβάνεσαι ότι εδώ δεν πάει κάτι καλά», αναφέρει και παραδέχεται πως κανείς δεν θα μπορούσε να μπει στη θέση αυτών των ανθρώπων. «Είναι αδύνατον. Αλλά προσπάθησα τουλάχιστον να το προσεγγίσω με αυτόν τον τρόπο. Εκεί ήμουν σίγουρος ότι αυτό το πράγμα πρέπει να το φωνάξουμε, να το δείξουμε. Θεωρώ ότι ο κάθε άνθρωπος πρέπει να περάσει από εκεί. Εγώ έφυγα πολύ διαφορετικός από το Άουσβιτς. Άλλαξαν πολλά μέσα στο μυαλό μου», υπογραμμίζει.

Περιστοιχισμένος από μια πληθώρα βιβλίων σχετικά με το Ολοκαύτωμα στη φιλόξενη βιβλιοθήκη του Εβραϊκού Μουσείου Θεσσαλονίκης, ο κ. Τσιώλης δεν παραλείπει να αναφερθεί στη σημασία της εκπαίδευσης των μαθητών/τριων για τη διατήρηση της μνήμης του Ολοκαυτώματος. «Το να έρθουν σε επαφή τα παιδιά με το Ολοκαύτωμα, με την Ιστορία, μ’ αυτό που πραγματικά συνέβη είναι πολύ σημαντικό. Πρέπει να σεβόμαστε τη διαφορετικότητα, είμαστε όλοι ίδιοι, είμαστε όλοι άνθρωποι κι έχουμε τα ίδια δικαιώματα, μπορούμε να πιστεύουμε όπου κι ό,τι θέλουμε. Επομένως η σύνδεση με τα σχολεία για εμάς είναι πολύ σημαντική γιατί θεωρώ πως έχουμε υποχρέωση, ο καθένας από εμάς, να κάνουμε κάτι για ν’ αλλάξει κάτι στο μέλλον. Δεν γίνεται να τ’ αφήνουμε σε κάποιους άλλους. Ποιοι είναι αυτοί οι κάποιοι άλλοι; Ο καθένας πρέπει να κάνει αυτό που μπορεί σήμερα!», καταλήγει ο κ. Τσιώλης που μέσα από την έκθεσή του δυναμώνει τη φωνή όλων όσοι διατρανώνουν πως «ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ» δεν πρέπει να επαναληφθεί μια τέτοια τραγωδία.

Σοφία Παπαδοπούλου

Κοινοποίηση

Κοινοποιείστε στους φίλους σας!