Η εκδήλωση για την ελιά, τα παθογόνα ελαιοκάρπου και την ποιότητα του ελαιολάδου που διοργανώθηκε από την ΔΑΟΚ Πρέβεζας, τον Σύλλογο Γεωπόνων Πρέβεζας, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων στις 21-2-2024, γέμισε ασφυκτικά την Θεοφάνειο Αίθουσα Τέχνης του Δήμου Πρέβεζας.


Η μεγάλη προσέλευση γεωπόνων, αγροτών, ελαιοτριβέων και συνολικά των εμπλεκομένων στον τομέα της ελαιοκομίας αποδίδεται, αφενός στην συγκυρία των υψηλών τιμών που απολαμβάνει το ελαιόλαδο, αφετέρου στην παρουσία διακεκριμένων επιστημόνων με ερευνητικά δεδομένα από την περιοχή της Πρέβεζας και τέλος στην άρτια ενημέρωση από τους διοργανωτές και τα τοπικά ΜΜΕ.

 

 

Το πρόγραμμα άνοιξε ο Τάσος Γάτσιος, Πρόεδρος του Συλλόγου Γεωπόνων Πρέβεζας και γεωπόνος της ΔΑΟΚ Πρέβεζας, ο οποίος τόνισε ότι παρά την πρόοδο της επιστήμης στον θέμα της γενετικής ταυτοποίησης των ποικιλιών, η πρακτική στην παραγωγή και διακίνηση πολλαπλασιαστικού υλικού δεν συμβαδίζει. Δημιουργούνται έτσι προβλήματα ακόμα και στην αναγνώριση της Κορωνέικης ελιάς, αφού φυτεύονται διάφορες ποικιλίες με την ονομασία “κορωνέικη μεσόκαρπη”, “κορωνέικη χοντρόκαρπη” και διάφορες άλλες. Αυτή η σύγχυση, πιθανώς, προέρχεται από φυτώρια που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στην ζήτηση για την γνήσια ποικιλία Κορωνέικη, αρχίζουν τα “βαφτίσια” σε άλλες ποικιλίες που έχουν διαθέσιμες. Επισήμανε, επιπλέον, ότι αυτή η τακτική εγκατάσταση ελαιώνων με φυτά και εμβόλια μη πιστοποιημένα και χωρίς φυτοϋγειονομικό διαβατήριο είναι πολύ επικίνδυνη για πιθανή μετάδοση της ξυλέλλας, της ασθένειας που καταστρέφει τους ελαιώνες της γειτονικής Ιταλίας.

Στη συνέχεια ο κ. Γάτσιος αναφέρθηκε στα χαρακτηριστικά της ντόπιας ποικιλίας  Λιανολιάς Πρέβεζας (ή Κέρκυρας) που εγκαταστάθηκε πριν από 3 αιώνες από την Πρέβεζα μέχρι την Κέρκυρα και της κυρίαρχης ελαιοποιήσιμης ποικιλίας Κορωνέικη, που δοκιμάζεται και καλλιεργείται, πλέον, σε όλη τη Μεσογειακή λεκάνη αλλά και σε όλες τις ηπείρους. Η Κορωνέικη έχει μεγάλη παραγωγή με καρπούς μέσου βάρους 1,1 γραμμάρια, το μισό δηλαδή από το μέσο βάρος της Λιανολιάς Πρέβεζας που είναι 2,2 γραμμάρια. Η Κορωνέικη, επίσης, έχει μικρό μέγεθος ανάπτυξης, ασθενέστερη συγκράτηση του καρπού που οδηγεί σε ευκολότερη και πρωιμότερη συγκομιδή και μειωμένη παρενιαυτοφορία, σε σχέση με την Λιανολιά που είναι η ψηλότερη ποικιλία ελιάς που καλλιεργείται στην Ελλάδα και μπορεί να φτάσει τα 18 μέτρα ύψος. Αυτά είναι και τα βασικά πλεονεκτήματα που ωθούν τους ελαιοκαλλιεργητές όχι μόνο να εγκαθιστούν νέους ελαιώνες με την Κορωνέικη αλλά και συχνά-πυκνά να εμβολιάζουν παλιούς ελαιώνες Λιανολιάς με Κορωνέικη.

 

Τα παραπάνω, όμως, δεν είναι τα μοναδικά στοιχεία που πρέπει να λάβει υπόψη του ο ελαιοκαλλιεργητής. Σημαντική είναι και η ποιότητα του ελαιολάδου και ενώ η Κορωνέικη παράγει εξαιρετικό ελαιόλαδο, η Λιανολιά έχει την ιδιαίτερη, πικάντικη γεύση που οφείλεται στις αυξημένες πολυφαινόλες που περιέχει, και είναι επιθυμητό χαρακτηριστικό που μπορεί να οδηγήσει και σε ισχυρισμούς υγείας. Επιπλέον, για την Λιανολιά σε αρκετές περιοχές της Π.Ε. Πρέβεζας έχει κατοχυρωθεί το Προϊόν Γεωγραφικής Ένδειξης “ΠΡΕΒΕΖΑ”. Το πρόβλημα είναι ότι θα πρέπει να υπάρχει φορέας, όπως μία Οργάνωση Παραγωγών, που θα ακολουθήσει όλες τις ενδεδειγμένες πρακτικές καλλιέργειας, συγκομιδή, έκθλιψης και τυποποίησης, ώστε το ελαιόλαδο της Λιανολιάς Πρέβεζας να αποκτήσει τη θέση που αξίζει στην αγορά και να μην εμπορεύεται ανώνυμα και χύμα, όπως σήμερα. Έχουν γίνει κάποιες επιτυχημένες προσπάθειες από ελάχιστους παραγωγούς να τυποποιήσουν και να αξιοποιήσουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ελαιολάδου Λιανολιάς αλλά αυτές δεν είναι αρκετές για να αλλάξουν την γενική εικόνα.

Βέβαια, εκτός από την παραγωγικότητα και την ποιότητα του ελαιολάδου, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που πρέπει να λάβει υπόψη του ένας καλλιεργητής για να επιλέξει την κατάλληλη ποικιλία ελιάς, όπως η προσαρμογή στις εδαφοκλιματικές συνθήκες και η ευαισθησία σε εχθρούς και ασθένειες. Η αλληλεπίδραση των παραπάνω, καθώς και η κλιματική αλλαγή έρχονται να περιπλέξουν ακόμα περισσότερο την απόφαση επιλογής. Όσον αφορά το έδαφος και οι δύο ποικιλίες ελιάς δεν έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις και προσαρμόζονται και σε φτωχά εδάφη με την κατάλληλη λίπανση φυσικά. Η Κορωνέικη έχει μεγαλύτερη αντοχή στην ξηρασία από την Λιανολιά και αυτό την καθιστά πιο ανθεκτική και σε πιθανές ξηροθερμικές συνθήκες κατά την γονιμοποίηση. Από την άλλη πλευρά, η Κορωνέικη είναι πιο ευαίσθητη στην υπερβολική υγρασία του εδάφους και της ατμόσφαιρας. Όσον αφορά το ψύχος, η Κορωνέικη έχει μικρότερες απαιτήσεις για τη διαφοροποίηση των οφθαλμών και αναμένεται να έχει καλύτερη καρποφορία σε ήπιους χειμώνες, όπως ο φετινός, είναι όμως και αρκετά πιο ευαίσθητη στους παγετούς. Ένας παγετός μεταφοράς ψυχρής αέριας μάζας είναι ικανός να προκαλέσει μεγάλες ζημιές σε ένα ελαιώνα Κορωνέικης, μέχρι και την ολοκληρωτική καταστροφή του.

Σχετικά με τον μεγαλύτερο εχθρό της ελιάς, τον δάκο καμία από τις 2 ποικιλίες δεν είναι ανθεκτική, έχουν όμως χαμηλή ελκυστικότητα σε σχέση με άλλες ποικιλίες. Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να καλλιεργηθούν σε ενιαίους ελαιώνες, όμως, αν φυτευτούν άλλες ποικιλίες, μεσόκαρπες ή χοντρόκαρπες ανάμεσά τους θα αντιμετωπίσουν έντονη προσβολή από το έντομο. Ο ρυγχίτης που σταδιακά εξελίσσεται στον δεύτερο σημαντικότερο εχθρό έχει πιο σημαντικές επιπτώσεις στην Κορωνέικη, λόγω της καρπόπτωσης, της μικροκαρπίας και της μειωμένης ελαιοπεριεκτικότητας που προκαλεί.

 

Στη συνέχεια, πήρε τον λόγο ο Επαμεινώνδας Παπλωματάς, Καθηγητής Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος αναφέρθηκε στις διαφορετικές ευαισθησίες ως προς τις μυκητολογικές προσβολές των ποικιλιών ελιάς και ιδιαίτερα της Λιανολιάς και της Κορωνέικης. Έτσι λοιπόν, η Κορωνέικη είναι σαφώς πιο ανθεκτική στην κύρια μυκητολογική ασθένεια της Λιανολιάς, το κυκλοκόνιο, είναι όμως πιο ευαίσθητη στην κερκόσπορα, που σπανίως προσβάλει την Λιανολιά. Απεναντίας, στο βερτιτσίλιο και οι 2 ποικιλίες έχουν καλή συμπεριφορά και δεν αναμένονται ιδιαίτερα προβλήματα, καθώς στην Πρέβεζα, συνήθως, δεν συνυπάρχουν και άλλοι παράγοντες κινδύνου, όπως πρώην βαμβακοχώραφα ή συγκαλλιέργεια με κηπευτικά. Όμως, στην φυματίωση ή καρκίνωση της ελιάς και οι 2 ποικιλίες δεν έχουν αντοχή με την Κορωνέικη να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη. Η ευαισθησία των ποικιλιών ελιάς στις ασθένειες στους εχθρούς μπορεί αυξηθεί σημαντικά από τις δυσμενείς κλιματολογικές συνθήκες. Έτσι, σε συνθήκες υψηλής ατμοσφαιρικής υγρασίας, πολλών βροχοπτώσεων, χαλαζοπτώσεων ή και παγετών που δεν είναι σπάνιες για την περιοχή μας η Κορωνέικη αντιμετωπίζει πολύ σημαντικά προβλήματα τόσο από την καρκίνωση, όσο και από την κερκόσπορα. Η προσβολή από την καρκίνωση αυξάνεται και από τη μέθοδο συλλογής με ελαιοραβδιστικά που από τις πληγές που δημιουργούνται ευνοείται η είσοδος του βακτηρίου στα κλαδιά. Είναι πολύ σημαντικό μετά από κάποιο από τα παραπάνω φαινόμενα να γίνεται ψεκασμός κάλυψης του ελαιώνα με τα κατάλληλα φυτοπροστατευτικά προϊόντα.

Σε επόμενο άρθρο θα δοθούν ειδικές πληροφορίες για το γλοιοσπόριο.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Κοινοποίηση

Κοινοποιείστε στους φίλους σας!