Τον γύρο του κόσμου έκαναν οι εικόνες από την κατάρρευση της γέφυρας Φράνσις Σκοτ Κι στη Βαλτιμόρη. Το πλοίο Dali εξέπεμψε σήμα κινδύνου και προσέκρουσε στον πυλώνα, ενώ οι έξι αγνοούμενοι θεωρούνται νεκροί. Η κατάρρευση της γέφυρας προκάλεσε εύλογες απορίες σχετικά με το πόσο ασφαλείς είναι οι κατασκευές που θεμελιώνονται σε βαθιά νερά. Στην Ελλάδα, υπάρχει η γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου «Χαρίλαος Τρικούπης», η δεύτερη μεγαλύτερη σε μήκος καλωδιωτή γέφυρα στον κόσμο. Εγκαινιάστηκε το 2004 και αποτελεί ορόσημο της Ελλάδας του 21ου αιώνα. Πρόκειται για ένα έργο που έκανε πραγματικότητα το όραμα που είχε ο Χαρίλαος Τρικούπης πριν από 100 και πλέον χρόνια.
Τη μελέτη και την κατασκευή της γέφυρας Ρίου – Αντιρρίου ανέλαβε μία γαλλική εταιρεία σε συνεργασία με ελληνικές κατασκευαστικές.
Η κατασκευή αποτέλεσε πρόκληση εξαιτίας τόσο του στενού που ξεπερνά τα 2 χιλιόμετρα σε μήκος, του βάθους της θάλασσας που φτάνει στα 65 μέτρα, των ισχυρών ανέμων αλλά και της σεισμικής δραστηριότητας στην περιοχή.
Το ερώτημα για πολλούς, όμως, είναι αν η σύγκρουση που έγινε στη γέφυρα της Βαλτιμόρης γινόταν στη γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου ποια θα ήταν η κατάληξη;
Η γέφυρα “Χαρίλαος Τρικούπης” είναι σχεδιασμένη για να αντέξει σε πολύ πιο σφοδρές προσκρούσεις μεγαλύτερων πλοίων.
Συγκεκριμένα, η ελληνική γέφυρα έχει σχεδιαστεί, σύμφωνα με τις προδιαγραφές, προκειμένου να αντέξει πρόσκρουση πλοίου έως 180.000 dwt (deadweight tonnage) το οποίο κινείται με ταχύτητα έως 16 κόμβων (περίπου 29 χιλιόμετρα την ώρα). Αυτό, όπως αναφέρεται στο gefyra.gr, μεταφράζεται σε οριζόντιο στατικό φορτίο 28.000 τόνων που εφαρμόζεται σε ύψος 67 μέτρων από τη βάση των βάθρων της γέφυρας (περίπου 3 μέτρα πάνω από την συνήθη επιφάνεια της θάλασσας. Να σημειωθεί ότι ένα μεγάλο τάνκερ μπορεί να φτάσει σε ταχύτητα συνήθως τους 20 κόμβους και ένα containership έως και 30 κόμβους. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση κάτω από γέφυρες ή στενά θαλάσσια περάσματα όπως στο στενό του Ρίου-Αντιρρίου κινούνται με πολύ χαμηλότερες ταχύτητες.
Η γέφυρα που μετακινείται και γιατί δεν άντεξε η Φράνσις Σκοτ Κι
Ο Κορινθιακός Κόλπος και συγκεκριμένα η βόρεια ακτή της Πελοποννήσου χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη μεγάλου αριθμού ενεργών ρηγμάτων, όπως του Ξυλοκάστρου, του Αιγίου, της Ελίκης, του Ψαθοπύργου, της Πάτρας και άλλων.
Στα ρήγματα εντοπίζεται η πλειονότητα των σεισμών που καταγράφονται στην περιοχή ως αποτέλεσμα των τεκτονικών μετακινήσεων μεταξύ Στερεάς Ελλάδας και Πελοποννήσου που φθάνουν κάποια χιλιοστά τον χρόνο.
Η ανάλυση του σεισμικού κινδύνου κατέδειξε ότι η γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου έπρεπε να αντέξει 6,5 Ρίχτερ, σύμφωνα με το gefyra.gr. Για την ιστορία, η γέφυρα υπέστη τον πρώτο της ισχυρό σεισμό στις 6 Ιουνίου 2008: 6,5 Ρίχτερ με επίκεντρο την Ανδραβίδα.
Όσο για τον πυθμένα της θάλασσας στον οποίο στηρίζεται η γέφυρα, αποτέλεσε πρόκληση για τους κατασκευαστές.
Η γέφυρα αποτελείται από τις εξής κατασκευές:
- Την κυρίως γέφυρα, δηλαδή μια καλωδιωτή γέφυρα πολλαπλών ανοιγμάτων μήκους 2.252 μέτρων, με ανοίγματα μήκους 286m-560m-560m-560m-286m.
- Δύο γέφυρες πρόσβασης μήκους 392 μέτρων στην πλευρά του Ρίου (σύμμεικτο κατάστρωμα) και 239 μέτρων στην πλευρά του Αντιρρίου (προεντεταμένες αμφιέρειστες δοκοί).
O καθηγητής Αντισεισμικών Κατασκευών, Παναγιώτης Καρύδης, αναφέρθηκε στην κατάρρευση της γέφυρας στη Βαλτιμόρη, υποστηρίζοντας πως πρόκειται για ένα θέμα παρόμοιο με τους υπολογισμούς που γίνονται σε τέτοιου είδους κατασκευές για τις σεισμικές καταπονήσεις.
Μιλώντας στην ΕΡΤ, είπε πως στη γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου, το ρήγμα του Κορινθιακού «περνά μεταξύ των τεσσάρων μεσοβάθρων που τη στηρίζουν».
Μάλιστα, ο κ. Καρύδης είπε πως κατά τη διάρκεια της κατασκευής υπολογίστηκε «να αντέχει χωρίς να καταρρέει» ενώ γίνεται «μετακίνηση ενός μεσοβάθρου σε σχέση με το άλλο για κάποια μέτρα».
«Αυτό προφανώς δεν έγινε στη Βαλτιμόρη γιατί δεν υπολογίστηκε αντισεισμικά. Το Μέριλαντ δεν είναι στη σεισμική ζώνη των ΗΠΑ. Έτσι κατέρρευσε σαν τραπουλόχαρτο. Αν ήταν αντισεισμικά σχεδιασμένη από οποιοδήποτε υλικό, αυτό δεν θα συνέβαινε σχεδόν ποτέ».
Σε ερώτηση για το τι σεισμό έχει σχεδιαστεί να αντέξει η γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου, ο κ. Καρύδης απάντησε: «δεν είναι μόνο τα Ρίχτερ, είναι η ένταση, οι επιταχύνσεις. Έχει σχεδιαστεί για επανάληψη σεισμού κάθε 2.000 χρόνια. Δηλαδή να αντέχει όσο μεγάλο σεισμό και να γίνει, χωρίς να καταρρέει».
«Επίσης πέραν της μετακίνησης των βάθρων είναι και η δόνηση που υφίσταται από την πρόσκρουση. Στη Βαλτιμόρη είναι σαν να έγινε προσομοίωση σεισμού και δεν άντεξε», σχολίασε ο κ. Καρύδης.
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.