Το μείζον πρόβλημα των fake news και της παραπληροφόρησης στη χώρα μας αναλύει ο δρ. Ευάγγελος Λάμπρου*, σε συνέντευξή του στο Liberal. Με την ιδιότητα του διδάσκοντα στο Τμήμα Ψηφιακών Μέσων και Επικοινωνίας του Ιονίου Πανεπιστημίου, ο κ. Λάμπρου εξηγεί τη σπουδαιότητα του ψηφιακού γραμματισμού τόσο των πολιτών και των δημοσιογράφων όσο και των ίδιων των ΜΜΕ σε επίπεδο οργανισμών.

Παράλληλα, τονίζει ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να καταστεί σημαντικό εργαλείο, εφόσον υιοθετηθεί από τους ειδικούς της ενημέρωσης, τους δημοσιογράφους, ως τέτοιο.

Στο πλαίσιο της πρόσφατης κυκλοφορίας του επιστημονικού έργου του, με τίτλο «Ψευδείς Ειδήσεις στην Ελλάδα: Η Εικόνα της Παραπληροφόρησης και Νέα Μοντέλα Επαλήθευσης», αναλύει τη συμβολή των μοντέλων επαλήθευσης στην καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και των fake news σε όλες τις εκφάνσεις τους στη δημόσια σφαίρα

Συνέντευξη στον Χρήστο Θ. Παναγόπουλο

Κύριε Λάμπρου, τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο για τα fake news στην Ελλάδα; Ποια ανάγκη ή προβληματισμός το ενέπνευσε;

Ασχολούμαι ακαδημαϊκά με ζητήματα επικοινωνίας τουλάχιστον 10 χρόνια και επισταμένα με το ζήτημα της παραπληροφόρησης για μια πενταετία. Το βιβλίο βασίζεται στη διδακτορική μου διατριβή που εκπόνησα στο Τμήμα Ψηφιακών Μέσων και Επικοινωνίας του Ιονίου Πανεπιστημίου με επιβλέποντα τον επίκουρο καθηγητή κ. Αντωνόπουλο Νίκο. Αυτή η διατριβή, που μετουσιώθηκε σε βιβλίο, προέκυψε από την επιθυμία να εμβαθύνουμε στην κατανόηση της παραπληροφόρησης στην Ελλάδα. Στόχος της ήταν η διερεύνηση των ριζών και των επιπτώσεών της, η χαρτογράφηση της διάδοσής της και η πρόταση πρακτικών λύσεων για την αντιμετώπισή της.

Το βιβλίο προσφέρει μια ολοκληρωμένη εικόνα της παραπληροφόρησης στην Ελλάδα, εντοπίζοντας τις πηγές και τους φορείς της. Παράλληλα, προτείνει νέα εργαλεία και μεθόδους για την ενίσχυση της ακρίβειας και της διαφάνειας στη δημοσιογραφία και την ψηφιακή επικοινωνία, με απώτερο στόχο τη δημιουργία ενός ενημερωμένου και κριτικά σκεπτόμενου κοινού. Αν και το βιβλίο έχει μια έντονη επιστημονική προσέγγιση, αφορά όχι μόνο στους ακαδημαϊκούς και στους επαγγελματίες της ενημέρωσης, αλλά και σε κάθε σκεπτόμενο πολίτη που ενδιαφέρεται για τα κοινωνικά θέματα.

Πώς ορίζετε εσείς τις «ψευδείς ειδήσεις» και πώς διαφοροποιούνται από άλλες μορφές παραπληροφόρησης (όπως η παραπλανητική παρουσίαση γεγονότων ή η προπαγάνδα); Υπάρχουν κάποιες ιδιαίτερες πολιτισμικές ή κοινωνικές συνθήκες στην Ελλάδα που ευνοούν την εξάπλωση της παραπληροφόρησης;

Πιο σωστός θα έλεγα ότι είναι ο όρος «διαταραχές της πληροφόρησης». Πρόκειται για ένα όρο «ομπρέλα» που περιλαμβάνει όλα αυτά τα φαινόμενα που είναι πιο πολύ γνωστά με τον δημοφιλή όρο «fake news» και ο οποίος αναπαράγεται συνεχώς στη δημόσια σφαίρα τα τελευταία χρόνια. Οι διαταραχές της πληροφόρησης περιλαμβάνουν λοιπόν τρεις βασικές κατηγορίες: Η πρώτη είναι η παραπληροφόρηση, η οποία δεν είναι απαραίτητα σκόπιμη και αντιστοιχεί στον όρο misinformation, η οποία μπορεί να προέρχεται από κακή διασταύρωση, πλημμελή έρευνα, κακής ποιότητας δημοσιογραφία ή και φυσικά ανεύθυνες δημοσιεύσεις χρηστών μέσων κοινωνικής δικτύωσης που πολλές φορές υιοθετούνται άκριτα και από μερίδα διαδικτυακών ή και παραδοσιακών ΜΜΕ.

Η δεύτερη βασική κατηγορία είναι η σκόπιμη παραπληροφόρηση που αντιστοιχεί με τον διεθνή επιστημονικό όρο «disinformation». Ειδοποιός διαφορά εδώ είναι η πρόθεση για πρόκληση βλάβης και εξαπάτησης. Πρόκειται για εκούσιες ενέργειες χρηστών μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ιστολογίων ή ακόμη και επίσημων καθιερωμένων διαδικτυακών ΜΜΕ που προσπαθούν να περάσουν συγκεκριμένες παραμορφωτικές πολλές φορές εικόνες της «αλήθειας», με στόχο την εξυπηρέτηση των όποιων συμφερόντων τους ή ακόμη και την απλή προσέλκυση επισκεψιμότητας. Φυσικά εδώ εμπίπτει και η προπαγάνδα η οποία στοχεύει στη συστηματική διαχείριση της κοινής γνώμης. Το κύριο χαρακτηριστικό της είναι ότι χρησιμοποιεί επιλεκτικά τα γεγονότα, τις στατιστικές και τις άλλες πληροφορίες με τρόπο που ενισχύει συγκεκριμένα αφηγήματα, ενώ αποκρύπτει τις αντίθετες πληροφορίες ή τις παρουσιάζει με παραπλανητικό τρόπο, για να διαμορφώσει τις στάσεις ή τη συμπεριφορά του κοινού σε συγκεκριμένες πολιτικές, οικονομικές ή κοινωνικές κατευθύνσεις.

Η τρίτη κατηγορία είναι η κακόβουλη πληροφόρηση. Πρόκειται στην ουσία για δημοσίευση αληθινών πληροφοριών με σκοπό την πρόκληση βλάβης. Συχνά περιλαμβάνει τη δημοσιοποίηση πληροφοριών που θα έπρεπε να παραμείνουν ιδιωτικές, με στόχο να επηρεάσει το κοινό αρνητικά ή να προκαλέσει κοινωνικό αντίκτυπο. Οι πάροχοι σκόπιμης παραπληροφόρησης εκμεταλλεύονται ευάλωτους ή προκατειλημμένους αποδέκτες, κυρίως μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ελπίζοντας να  τους  στρατολογήσουν  ως  μοχλούς ενίσχυσης ή πολλαπλασιασμού των μηνυμάτων τους.

Με αυτόν τον τρόπο, επιδιώκουν να τους κινητοποιήσουν ώστε να καταστούν αγωγοί των μηνυμάτων τους, εκμεταλλευόμενοι  τη  ροπή των πολιτών να  μοιράζονται την πληροφορία για πληθώρα λόγων. Ένας συγκεκριμένος κίνδυνος είναι ότι οι «ψευδείς ειδήσεις», υπό αυτή την έννοια, είναι συνήθως  δωρεάν, γεγονός που σημαίνει ότι οι άνθρωποι που δεν έχουν την οικονομική  ευχέρεια ή κουλτούρα να πληρώσουν  για  ποιοτική  δημοσιογραφία ή δεν έχουν πρόσβαση σε ανεξάρτητα ή αντικειμενικά   ειδησεογραφικά μέσα, είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στη σκόπιμη και μη παραπληροφόρηση.

Ως προς το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, κύριε Παναγόπουλε, πράγματι η Ελλάδα σε όλα τα ζητήματα είχε μια καθυστέρηση, ένα «lag» στην υιοθέτηση νέων πρακτικών και καινοτομιών συγκριτικά με το δυτικό κόσμο. Η «απότομη» καθολική ψηφιοποίηση που έλαβε χώρα την τελευταία δεκαετία και η σαρωτική είσοδος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην ενημέρωση δεν έχει βρει μεγάλο μέρος του πληθυσμού – κυρίως τους μεγαλύτερους σε ηλικία – έτοιμους και εκπαιδευμένους για τη νέα ψηφιακή πραγματικότητα. Φυσικά, παλαιότερες «αμαρτίες» των καθιερωμένων «legacy media» και η απώλεια της εμπιστοσύνης των πολιτών σε αυτά, κυρίως κατά την περίοδο της δεκαετούς και πλέον οικονομικής κρίσης αλλά και νωρίτερα, έχουν δημιουργήσει ένα έλλειμμα εμπιστοσύνης με αποτέλεσμα πολλοί πολίτες να στρέφονται σε «ανεύθυνες» πηγές ενημέρωσης, τροφοδοτώντας ένα φαύλο κύκλο. Όλο αυτό το φαινόμενο καταβαραθρώνει την ποιότητα της λειτουργίας της δημόσιας σφαίρας, το επίπεδο της πολιτικής επικοινωνίας, του δημόσιου διαλόγου και εν τέλει της ίδιας της Δημοκρατίας.

Ολόκληρη η συνέντευξη στο liberal.gr


*Ο Δρ. Ευάγγελος Λάμπρου είναι διδάσκων στο Τμήμα Ψηφιακών Μέσων και Επικοινωνίας του Ιονίου Πανεπιστημίου, με ειδίκευση στην Επικοινωνία, τη Διαδικτυακή Δημοσιογραφία, την Πολιτική Επικοινωνία και τη Διαχείριση Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης. Το ερευνητικό του έργο εστιάζει στην αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης και των ψευδών ειδήσεων μέσω πληθοποριστικών στρατηγικών και Τεχνητής Νοημοσύνης. Το βιβλίο του με τίτλο «Ψευδείς Ειδήσεις στην Ελλάδα: Η Εικόνα της Παραπληροφόρησης και Νέα Μοντέλα Επαλήθευσης» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μπαρμπουνάκη.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Κοινοποίηση

Κοινοποιείστε στους φίλους σας!