Η έξαρση της γρίπης Α/Η3Ν2 στην Ευρώπη και στην Ελλάδα αποτελεί υπενθύμιση ότι η εποχική γρίπη εξακολουθεί να είναι σημαντικός παράγοντας για τη δημόσια υγεία – ιδιαίτερα στα παιδιά, τα βρέφη, τις έγκυες και τα άτομα με χρόνια νοσήματα.

Ο εμβολιασμός, ο σωστός χειρισμός της νόσησης, η τήρηση απλών κανόνων υγιεινής και η ενημέρωση των γονέων είναι τα πιο αποτελεσματικά εργαλεία για να προστατεύσουμε τα παιδιά μας σε αυτή την περίοδο.

Τις τελευταίες εβδομάδες, η δραστηριότητα της εποχικής γρίπης, ιδίως του ιού Influenza A (H3N2), έχει αυξηθεί σημαντικά στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, με έντονη διασπορά και αυξημένα κρούσματα σε παιδιά και άλλες ευπαθείς ομάδες.

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) αναφέρει ότι η δραστηριότητα της γρίπης ξεκίνησε ασυνήθιστα νωρίς φέτος, περίπου 3–4 εβδομάδες πριν από το σύνηθες χρονοδιάγραμμα.

Το στέλεχος A (H3N2), υποκλάδος K, έχει γίνει κυρίαρχο σε πολλές χώρες της Ευρώπης και στις ΗΠΑ, οδηγώντας σε αυξημένο αριθμό λοιμώξεων.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) επιβεβαιώνει ότι σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Περιφέρειας η δραστηριότητα της γρίπης είναι υψηλή ή πολύ υψηλή, και παρατηρείται πρώιμη έναρξη της εποχής της γρίπης.

Στην Ελλάδα, παρατηρείται σημαντική αύξηση των επισκέψεων παιδιών με συμπτώματα γρίπης στα νοσοκομεία, με δεκάδες περιστατικά καθημερινά και αυξημένα ποσοστά νοσηλείας.

Το στέλεχος που κυριαρχεί στη φετινή έξαρση είναι η υποπαραλλαγή H3N2 subclade K. Πρόκειται για έναν παραλλαγμένο τύπο του ιού γρίπης Α Η3Ν2, ο οποίος:

φαίνεται να μεταδίδεται πολύ πιο εύκολα από ό,τι τα προηγούμενα χρόνια, έχει προκαλέσει αύξηση κρουσμάτων σε πολλές χώρες και συνδέεται με σημαντική πίεση στα συστήματα υγείας λόγω αριθμού περιστατικών.

Παρότι δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι η συγκεκριμένη παραλλαγή προκαλεί βαρύτερη νόσο, η αυξημένη μεταδοτικότητα σημαίνει περισσότερους ασθενείς και περισσότερο φορτίο στα νοσοκομεία – ειδικά για τις ευπαθείς ομάδες.


Γιατί τα παιδιά βρίσκονται στο επίκεντρο

Τα παιδιά, ιδιαίτερα τα βρέφη και οι μικρότερες ηλικίες, επηρεάζονται έντονα από την έξαρση, για λόγους που συμπίπτουν με τα στοιχεία παιδιατρικών νοσοκομείων στην Ελλάδα και την Ευρώπη:

Τα συμπτώματα σε παιδιά μπορούν να οδηγήσουν σε αυξημένες επισκέψεις στα επείγοντα και νοσηλείες, όπως δείχνει η επιδημιολογική πίεση στα παιδιατρικά τμήματα.

Τα παιδιά κάτω των 6 μηνών δεν μπορούν να εμβολιαστούν κατά της γρίπης, γεγονός που τα καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτα – γεγονός που ενισχύει την ανάγκη για «cocooning ανοσίας» (εμβολιασμό των ενηλίκων γύρω τους).

Τα λιγότερο ώριμα ανοσοποιητικά συστήματα σημαίνουν συχνότερη και πιο εκτεταμένη μετάδοση εντός σχολείων και παιδικών σταθμών.

Εμβολιασμός: Η πιο σημαντική άμυνα

Παρά τις αλλαγές στα κυκλοφορούντα στελέχη και τη δυναμική εξέλιξη της γρίπης, ο αντιγριπικός εμβολιασμός παραμένει το πιο αποτελεσματικό μέτρο πρόληψης για σοβαρή νόσηση, επιπλοκές και νοσηλεία.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις για την ΕΕ, τα φετινά εμβόλια εξακολουθούν να προσφέρουν σημαντική προστασία, με αποτελεσματικότητα που εκτιμάται περίπου στο 50–57% σε επίπεδο πρωτοβάθμιας φροντίδας – ποσοστό που μειώνει τον κίνδυνο σοβαρής λοίμωξης ακόμη και με την κυκλοφορία των νέων παραλλαγών.

Σημαντικά σημεία για γονείς και ευπαθείς ομάδες

Εμβολιασμός από 6 μηνών και πάνω: Τα περισσότερα παιδιά ηλικίας άνω των 6 μηνών μπορούν να εμβολιαστούν.

Cocooning ανοσίας: Οι ενήλικες που έρχονται σε επαφή με βρέφη κάτω των 6 μηνών πρέπει να εμβολιάζονται για να προστατεύουν τα πιο ευάλωτα.

Ετήσιος εμβολιασμός: Η ανοσία από το εμβόλιο μειώνεται σταδιακά μέσα σε 6–12 μήνες, γι’ αυτό χρειάζεται επαναλαμβανόμενος εμβολιασμός κάθε χρόνο.

Όπως επισημαίνουν παιδίατροι και επιδημιολόγοι:

  • Η συχνή πλύση χεριών είναι θεμέλιος λίθος πρόληψης.
  • Καλό είναι να αποφεύγεται η στενή επαφή με άτομα που έχουν συμπτώματα.
  • Ο καλός αερισμός εσωτερικών χώρων μειώνει τη διασπορά του ιού.
  • Κάλυψη στόματος/μύτης με τον αγκώνα όταν βήχει κάποιος, μειώνει την έκθεση άλλων.

Παράλληλα, υπενθυμίζεται ότι η υπερβολική αποστείρωση δεν βοηθά, καθώς το ανοσοποιητικό σύστημα των παιδιών χρειάζεται φυσική «εκπαίδευση» για να λειτουργεί σωστά – ενώ οι υπερβολικά «στεγανές» συνθήκες έχουν συνδεθεί με αυξημένα ποσοστά αλλεργιών και αυτοάνοσων καταστάσεων.