Τις τελευταίες εβδομάδες, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει εκφράσει σε συνεργάτες του έντονη δυσαρέσκεια για τις επιλογές του Μπέντζαμιν Νετανιάχου στη Γάζα, επιμένοντας ότι προτιμά μια εκεχειρία μέσω διαπραγματεύσεων αντί της κλιμάκωσης στρατιωτικών επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τη Wall Street Journal, η ενόχληση του πρώην προέδρου των ΗΠΑ κορυφώθηκε μετά την ισραηλινή επίθεση εναντίον διαπραγματευτών της Χαμάς στη Ντόχα του Κατάρ, κίνηση που απειλεί να υπονομεύσει τις εύθραυστες προσπάθειες για ειρηνευτική συμφωνία. Σε ιδιωτική συνομιλία του, όπως μετέφεραν αξιωματούχοι, φέρεται να χρησιμοποίησε σκληρή γλώσσα για τον Ισραηλινό πρωθυπουργό.
Παρά τις εντάσεις, ο Τραμπ δεν έχει μετατρέψει την ενόχλησή του σε δημόσια πίεση προς το Ισραήλ. Αντίθετα, συνεχίζει να υπενθυμίζει τη στήριξή του προς το εβραϊκό κράτος, συχνά επικαλούμενος τις Συμφωνίες του Αβραάμ που επιτεύχθηκαν κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας. Την ίδια ώρα, ωστόσο, δεν κρύβει ότι οι επιλογές του Νετανιάχου δυσχεραίνουν την επέκταση των συμφωνιών αυτών, αλλά και τις σχέσεις των ΗΠΑ με συμμάχους τους στη Μέση Ανατολή.
Αναλυτές επισημαίνουν ότι η σχέση των δύο ανδρών είναι περίπλοκη: από τη μία πλευρά χαρακτηρίζεται από κοινή κοσμοθεωρία και πολιτική σύμπλευση, από την άλλη όμως η εμμονή του Νετανιάχου στη στρατιωτική στρατηγική συγκρούεται με την επιθυμία του Τραμπ να εμφανιστεί ως αρχιτέκτονας μιας ειρηνευτικής λύσης. Παρά τις σκληρές εκφράσεις που έχει κατά καιρούς χρησιμοποιήσει ο Τραμπ —ιδίως μετά το 2020, όταν ο Νετανιάχου συνεχάρη τον Τζο Μπάιντεν— η προσωπική και πολιτική σχέση τους παραμένει ισχυρή.
Το σκηνικό περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από τις εξελίξεις στις ΗΠΑ. Αν και η στήριξη των Ρεπουμπλικανών προς το Ισραήλ παραμένει υψηλή, εμφανίζονται ρωγμές, με στελέχη του στρατοπέδου Τραμπ να εκφράζουν ενστάσεις για το κόστος του πολέμου στη Γάζα. Δημοσκόπηση της Gallup έδειξε ότι δύο στους τρεις Ρεπουμπλικανούς διατηρούν θετική άποψη για τον Νετανιάχου, την ώρα που μόλις το 9% των Δημοκρατικών δηλώνει το ίδιο.
Η επίθεση στο Κατάρ αποτέλεσε κομβικό σημείο. Ο Τραμπ επικοινώνησε δύο φορές με τον Νετανιάχου, αρχικά με έντονη δυσαρέσκεια και στη συνέχεια με πιο ήπιο τόνο, ενώ παράλληλα μίλησε με την ηγεσία του Κατάρ, εκφράζοντας την εκτίμησή του για τον ρόλο της χώρας ως μεσολαβητή. Σύμφωνα με Ισραηλινούς αναλυτές, το βασικό πρόβλημα για τον Τραμπ δεν ήταν μόνο η χρονική στιγμή της επιχείρησης, αλλά και η αποτυχία της: οι στόχοι που επλήγησαν δεν ήταν τα κορυφαία στελέχη της Χαμάς.
Παρά τις εντάσεις, ο Νετανιάχου εξακολουθεί να αποκαλεί τον Τραμπ «τον καλύτερο φίλο που είχε ποτέ το Ισραήλ στον Λευκό Οίκο». Πολιτικοί παρατηρητές εκτιμούν ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός έχει υιοθετήσει τη στρατηγική «ζήτα συγχώρεση, όχι άδεια», γνωρίζοντας ότι οι εντάσεις με τον Αμερικανό ηγέτη είναι προσωρινές και δεν διαταράσσουν τη συνολική συμμαχία.
Ενόψει της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, όπου ο Τραμπ σκοπεύει να παρουσιάσει τις ειρηνευτικές του πρωτοβουλίες, η Ουάσινγκτον βρίσκεται αντιμέτωπη με νέες διπλωματικές προκλήσεις, καθώς Βρετανία, Γαλλία και Καναδάς σχεδιάζουν την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους. Μια κίνηση που, σύμφωνα με αμερικανικές πηγές, δυσχεραίνει τις προσπάθειες για μια βιώσιμη εκεχειρία και ενισχύει τη Χαμάς.
