•  Γράφει η Γωγώ Σκλουπιώτη*

Το 1906 το Εθνικό Κοινοβούλιο της Φινλανδίας (Eduskunta) έγινε το πρώτο Κοινοβούλιο στον κόσμο που υιοθέτησε την πλήρη ισότητα των φύλων, παρέχοντας εξίσου σε όλους – άνδρες και γυναίκες – το δικαίωμα όχι μόνο του εκλέγειν αλλά και του εκλέγεσθαι. Ακολούθησαν η Γερμανία το 1919, η Αγγλία το 1928, η Γαλλία το 1944, η Ιταλία το 1945. Στην Ελλάδα, παρά τον πρώιμο χαρακτήρα της κατάκτησης του δικαιώματος ψήφου των ανδρών, παρατηρείται σημαντική καθυστέρηση στο αντίστοιχο δικαίωμα των γυναικών. Ο ανδρικός πληθυσμός εμφανιζόταν ως ανεξάρτητος και είχε δικαίωμα να εγγραφεί στους εκλογικούς καταλόγους ήδη από το 1844 και με το Σύνταγμα του 1864, που θεωρείται το πιο προωθημένο στην Ευρώπη, αναγνωρίζεται το δικαίωμα ψήφου τους. Οι γυναίκες αποκτούν πολιτικά δικαιώματα με το Ν. 2159/1952 και για πρώτη φορά ψηφίζουν το 1956.

Η αρχή της ισάριθμης αντιπροσώπευσης ανδρών και γυναικών, θεμελιώθηκε αρχικά στο «προφανές δεδομένο της δυαδικότητας του ανθρωπίνου γένους», στο επιχείρημα δηλαδή ότι οι γυναίκες «είναι ένα από τα δύο φύλα από τα οποία είναι φτιαγμένη η ανθρωπότητα» και μεταγενέστερα στην πολιτική τοποθέτηση ότι η αρχή της ισάριθμης αντιπροσώπευσης δεν εξασφαλίζει απλώς και μόνον τη μαζική παρουσία των γυναικών στα κοινοβούλια αλλά και «θέτει τέρμα στον ανταγωνισμό ανάμεσα στην ομοιότητα και τη διαφορά, αφού ενσωματώνει και τις δυο αυτές ιδιότητες που είναι δομικά απαραίτητες τόσο στην αναπαραγωγή όσο και στην οργάνωση της κοινωνικής ζωής», προτείνοντας την πολιτική ισορροπία ως το νέο πολιτικό νομικό πλαίσιο αναφοράς ανάμεσα στα δύο φύλα. Οι άντρες και οι γυναίκες είναι διαφορετικοί πλην όμως η συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική αποτελεί μείζον ζήτημα Δημοκρατίας. Απαίτηση, δηλαδή, της Δημοκρατίας είναι η συμμετοχή των γυναικών στην Πολιτική.

Πέραν όμως του ανωτέρω θεωρητικού κοινωνιολογικού και νομικού υποβάθρου που οδήγησε στη συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις γυναίκες, σε πρακτικό επίπεδο οι ανισότητες μεταξύ των φύλων εξακολουθούν να υφίστανται, διατηρώντας τους άνδρες στους «παραδοσιακούς τους ρόλους» και περιορίζοντας τις ευκαιρίες των γυναικών να στραφούν στην πολιτική δράση. Στερεότυπα όπως ότι η φυσική θέση των γυναικών είναι μόνον η οικογένεια, η τεκνοποίηση και η ανατροφή των παιδιών, η θεώρηση ότι η «γυναικεία ηθική» και οι αξίες δεν συνάδουν με το τοξικό και σκληρό περιβάλλον της πολιτικής, η έλλειψη υποστηρικτικού συγγενικού, οικογενειακού και κοινωνικού περιβάλλοντος αλλά και ο ετεροπροσδιορισμός των γυναικών, συνιστούν μεγάλα εμπόδια στην ενασχόλησή τους ενεργά με την πολιτική.  Γεγονός επίσης είναι ότι οι γυναίκες δεν θεωρούν εαυτούς ικανές να εμπλακούν με την πολιτική επειδή νιώθουν ότι δεν «ταιριάζουν» στην παραδοσιακή εικόνα του «πολιτικού» ή του «βουλευτή» ή επειδή αισθάνονται το περιβάλλον της πολιτικής εχθρικό, λόγω της βίας που υφίστανται ή της απαξίωσης που αντιμετωπίζουν. Η 36χρονη πρωθυπουργός της Φινλανδίας Σάνα Μάριν – η νεότερη εν ενεργεία πρωθυπουργός στον κόσμο το Δεκέμβριο του 2019, με πέντε αρχηγούς κομμάτων στην κεντροαριστερή κυβέρνηση συνασπισμού της να είναι γυναίκες – είπε σε συνέντευξή της στο Reuters ότι η ίδια και οι νεαρές γυναίκες υπουργοί της είχαν γίνει στόχος εκτεταμένης ρητορικής μίσους για το φύλο και την εμφάνισή τους. Πρόσφατη σχετικά έρευνα (Sexism, harassment and violence against women parliamentarians, 2016) του Inter – Parliamentary Union σε 39 χώρες (18 στην Αφρική, 15 στην Ευρώπη, 10 στην Ασία, 8 στην Αμερική και 4 στις Αραβικές χώρες, δείχνει ότι ο σεξισμός, η παρενόχληση και η βία κατά των γυναικών κοινοβουλευτικών είναι ιδιαίτερα διαδεδομένες. Τα ευρήματα αποκαλύπτουν ανησυχητικά μεγέθη – ιδιαίτερα για την ψυχολογική βία, την πιο διαδεδομένη μορφή, που επηρεάζει το 82% των ερωτηθέντων γυναικών βουλευτών από όλες τις χώρες και περιοχές. Είναι χαρακτηριστικό ότι μεταξύ των μορφών ψυχολογικής βίας, άνω του 40% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι έλαβαν προσβλητικά σχόλια μέσω των social media, απειλές θανάτου, βιασμού, ξυλοδαρμού ή απαγωγής κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής τους θητείας. Το φαινόμενο της κυβερνο-βίας κατά των γυναικών πολιτικών, το οποίο μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να είναι επίμονο και επαναλαμβανόμενο καθ΄όλη τη διάρκεια μιας κοινοβουλευτικής περιόδου, επιφέρει σωρευτικό συναισθηματικό και ψυχολογικό κόστος λειτουργώντας αποθαρρυντικά για την απόφαση των γυναικών να παραμείνουν στην πολιτική, όπως δήλωσε η πλειοψηφία των ερωτηθέντων.

Νεότερες επίσης έρευνες και στατιστικές κατέδειξαν ότι στην ελληνική κοινωνία, η ανεργία που πλήττει τις νέες γυναίκες που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία μεταξύ κυρίως 25 – 35 ετών, είτε διότι οι εργοδότες δεν προτιμούν την πρόσληψή τους καθώς τους κοστίζουν περισσότερο σε περίπτωση άδειας κύησης, είτε διότι συμβαίνει να αφήνουν την εργασία τους λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων ήτοι το μεγάλωμα και την ανατροφή των παιδιών σχεδόν σε απόλυτο ποσοστό σε σχέση με τους άντρες που κάνουν το ίδιο, η βαθιά ριζωμένη αντίληψη πως μόνον και πολλές φορές μόνη η γυναίκα μεγαλώνει τα παιδιά, η έλλειψη δημοσίων δομών που να βοηθούν τις νέες μητέρες να μπορούν να εργαστούν, όπως βρεφονηπιακοί σταθμοί, λειτουργικά ολοήμερα σχολεία κλπ καθώς και η έλλειψη οικογενειακού υποστηρικτικού περιβάλλοντος, αποτέλεσμα έχουν να βρίσκονται ελάχιστες γυναίκες σε θέσεις ευθύνης, από την Τοπική Αυτοδιοίκηση ως την Κεντρική Διοίκηση καθώς και σε διευθυντικές θέσεις σε κέντρα λήψεως αποφάσεων. Η πρώτη γυναίκα Περιφερειάρχης Αττικής ήταν η Ρένα Δούρου, ενώ μετά την Ντόρα Μπακογιάννη, δεν υπήρξε ξανά άλλη γυναίκα Δήμαρχος Αθηναίων. Κι έκτοτε έχουν περάσει δύο δεκαετίες. Η συμμετοχή των γυναικών στο υπουργικό συμβούλιο ήταν εξαιρετικά χαμηλή τόσο επί ΣΥΡΙΖΑ όσο και επί Νέας Δημοκρατίας, ενώ γεγονός είναι ότι στις δημοτικές εκλογές του 2019 εξελέγησαν μόνον 18 γυναίκες σε σύνολο 332 δημάρχων, το οποίο καταδεικνύει ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι σχεδόν άβατο.

Για να χαραχθούν πολιτικές που θα υποστηρίζουν αποτελεσματικά την ισότιμη συμμετοχή των γυναικών στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας, οι γυναίκες πρέπει να συμμετέχουν ισότιμα στη λήψη αποφάσεων. Είναι ζήτημα δικαιοσύνης, ζήτημα οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και μια μοναδική ευκαιρία για την ανανέωση του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Η Ελλάδα υιοθέτησε σύστημα ποσοστώσεων στις εκλογές το 2012, το οποίο καθιστούσε υποχρεωτικό να περιλαμβάνουν τα ψηφοδέλτια γυναίκες σε ποσοστό τουλάχιστον 33%. Η ποσόστωση αυξήθηκε στο 40% τον Μάρτιο του 2019, παρά ταύτα εκλέγονται ελάχιστες. Οι ποσοστώσεις έχουν περιορισμένη αποτελεσματικότητα αν δεν υπάρχουν κάποιες βασικές προϋποθέσεις, όπως καταδεικνύουν έρευνες (π.χ. του European Women’s Lobby και του World Economic Forum). Εκπαιδευτικά προγράμματα που στοχεύουν στο να μυήσουν τις γυναίκες στην αξία της ενασχόλησης με τα κοινά, επαρκείς και προσβάσιμες κοινωνικές υπηρεσίες που θα τις ελευθερώσει χρόνο από την φροντίδα των παιδιών και των ηλικιωμένων και, κυρίως, αλλαγή στερεοτύπων. Ακόμη και αν η πρόοδος στο πεδίο της ισότητας είναι ορατή (κυρίως όσον αφορά σε μορφωτικό επίπεδο, πολιτική εκπροσώπηση και συμμετοχή στην αγορά εργασίας) οι ανισότητες μεταξύ των φύλων εξακολουθούν να υπάρχουν, διατηρώντας τους άνδρες στους παραδοσιακούς τους ρόλους και περιορίζοντας τις ευκαιρίες των γυναικών να στραφούν στην πολιτική δράση. 

Ενδεικτικά, ενίσχυση της αυτοπεποίθησης μέσα από ειδικά προγράμματα κατάρτισης, θωράκιση της ισότητας με μηδενική ανοχή στο σεξισμό και την σεξουαλική παρενόχληση ώστε να σπάσουν οριστικά όλα τα εξουσιαστικά ταμπού του ανδροκρατούμενου περιβάλλοντος, διάθεση κεφαλαίων προς παροχή χρηματοδότησης που προορίζεται για γυναίκες υποψηφίους μέχρις ότου επιτευχθεί ίση εκπροσώπηση, κοινωνική φροντίδα και υποδομές που να ευνοούν τη συμμετοχή γυναικών επιφορτισμένων με την φροντίδα της οικογένειας, προσφορά παιδικών σταθμών και δημιουργικής απασχόλησης παιδιών, ειδικών αδειών και διευκολύνσεων μητρότητας καθώς και παρεμφερή μέτρα κοινωνικής πολιτικής, μπορούν να δημιουργήσουν ένα ασφαλές κι ενθαρρυντικό περιβάλλον ίσης συμμετοχής τους.

Γυναίκες καλλιεργημένες, μορφωμένες, με προσωπικότητα, κοφτερό μυαλό λόγο και άποψη. Γυναίκες με βαθύ αίσθημα δικαίου, ενσυναίσθηση και κοινωνικές ευαισθησίες. Γυναίκες οργανωτικές και πολυπράγμονες, δυναμικές επαγγελματίες, σκληρά εργαζόμενες, στοργικές σύντροφοι, μάνες, κόρες. Γυναίκες υποστηρικτικές και αλληλέγγυες, παρόλο που κάποιες παλεύουν μόνες στη ζωή, βαδίζοντας όμως υπερήφανα με ηθικές αρχές και αξίες. Γυναίκες αποφασιστικές και μαχήτριες, που δίνουν το παράδειγμα στις δικές τους κόρες και μεγαλώνουν γιούς που  τις σέβονται. Γυναίκες άξιες, ας επιλέγουν την Πολιτική, ας αγωνίζονται και ας διεκδικούν να τις εμπιστευτούν και να τις επιλέξουν. Διότι, όταν η γυναίκες συμμετέχουν, η Πολιτική αλλάζει.. Οι γυναίκες δεν έχουν διαφθαρεί από τους θεσμούς και την εξουσία. Ας τις εμπιστευθούμε!

 

* Η Γωγώ Σκλουπιώτη είναι Δικηγόρος Παρ’Αρείω Πάγω, μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Ιωαννίνων, Υποψήφια Περιφερειακή Σύμβουλος Π.Ε. Ιωαννίνων με το Συνδυασμό «ΦΩΣ», Τομεάρχης Εργασίας και Πρόνοιας.



Κοινοποίηση

Κοινοποιείστε στους φίλους σας!