Ο Κώστας Μπαλάφας εικονογράφησε τη σύγχρονη ελληνική ιστορία, αλλά και την ιστορία της τέχνης της φωτογραφίας, με εκατοντάδες γνήσια ντοκουμέντα: για την πορεία του ελληνικού στρατού στην Αλβανία, την Κατοχή, το αντάρτικο και τον αγώνα του ΕΛΑΣ στην Ηπειρο, αλλά και τον άνθρωπο του μόχθου και της σκληρής επιβίωσης. Στα δικά του καρέ πρέπει να ανατρέξει όποιος θέλει να δει ζωντανή την αλήθεια της μεταπολεμικής Ελλάδας.Σεμνός άνθρωπος, γλυκομίλητος και σοβαρός, γλαφυρός αφηγητής όσων έζησε στα βουνά, ο Μπαλάφας είχε απόλυτη συνείδηση των ιστορικών στιγμών που κατέγραφε με τον φακό του. Ο στόχος του δεν ήταν η προπαγανδιστική φωτογραφία. Κράτησε αποστάσεις στα καρέ του από τη λογική του φανατισμού και του διχασμού.

Η ζωή του ήταν δύσκολη, μα γεμάτη. Παιδί φτωχής οικογένειας, γεννημένο το 1920 σε ένα κακοτράχαλο χωριό, την Κυψέλη Αρτας, “που λες πως και το ίδιο γεννήθηκε για αγώνες πρώτα με την ίδια τη φύση”, βρέθηκε στην Αθήνα στα 11 του χρόνια για λόγους βιοπορισμού. Επέστρεψε για να σπουδάσει και να εργαστεί στη Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων, όπου τον βρήκε ο πόλεμος και η Κατοχή. Απέκτησε την πρώτη του μηχανή με λίγες οικονομίες και πωλώντας το ρολόι του.

Τα φιλμ τότε ήταν δυσεύρετα. Εξ ουρανού απέκτησε το πρώτο του κινηματογραφικό φιλμ, που βρέθηκε στα συντρίμμια ενός ιταλικού βομβαρδιστικού και οι άλλοι νόμιζαν πως ήταν νάρκη. Ο Μπαλάφας το αγόρασε με αντίτιμο μερικές οκάδες καλαμποκάλευρο. Εκοβε λίγα λίγα τα μέτρα, γέμιζε τα καρουλάκια του και φωτογράφιζε τις εξαγνισμένες από τον μόχθο και τη στέρηση φιγούρες. Ανέβηκε στο βουνό το 1943 και εντάχτηκε στην 6η Ταξιαρχία του ΕΛΑΣ, στο 85ο Σύνταγμα, ένοπλος και φωτογράφος μαζί.

Οι αγωνιστές Τόδουλος και Φαρίδης κρεμασμένοι από τους Γερμανούς, δίπλα στη λίμνη Ιωαννίνων, 1944

Με κίνδυνο της ζωής του απαθανάτισε σκηνές σε ώρα μάχης και εγκλήματα, όπως τα σώματα των Τόδουλου και Φαρίδη κρεμασμένα από τους Γερμανούς σε δύο πλατάνια δίπλα στη λίμνη Ιωαννίνων. Γνωστές φωτογραφίες ανταρτών, στρατηγών και πρωτοκαπετάνιων του ΕΛΑΣ φέρουν την υπογραφή του. Ωστόσο, στο φωτογραφικό υλικό του από το αντάρτικο δεν διασώζονται μόνο πρόσωπα και πράγματα από την αντιστασιακή δράση στην Ηπειρο, αλλά και η αντίληψη του κόσμου του βουνών. Είναι το χρονικό ενός χαρισματικού φωτογράφου, ευαισθητοποιημένου πολιτικά και κοινωνικά, που αξιοποίησε τη φυσική γνωριμία του με το σκληρό τοπίο, για να συνθέσει τελικά αυτήν την αντίληψη με την αντιστασιακή δράση.

Μετά την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, τον Οκτώβριο του ’44, ο Μπαλάφας έκρυψε τον θησαυρό του, με 2.000 αρνητικά, στο ξύλινο πάτωμα του σπιτιού μιας φίλης του, για να το ξανασυναντήσει σχεδόν σαράντα χρόνια μετά. Τον παρότρυνε ο Σπύρος Μελετζής, όταν εξέθετε το δικό του αντάρτικο μετά την πτώση της δικτατορίας και ο Μπαλάφας του εκμυστηρεύτηκε ότι κι εκείνος είχε ανάλογο υλικό. Το 1991, συνταξιοδοτημένος από τη ΔΕΗ όπου εργαζόταν από το 1951, και με χρήματα από το εφάπαξ εξέδωσε το “Αντάρτικο στην Ηπειρο” με τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες 1940-1944, φόρο τιμής σε όσους αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για την ελευθερία. Το 2008 εμπιστεύτηκε το αρχείο του με 15.000 ασπρόμαυρα αρνητικά από το 1939 έως το 2000 στο Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.Στις 9 Οκτωβρίου 2011 ο Κώστας Μπαλάφας έφυγε από τη ζωή….

Ο Κώστας Μπαλάφας έβλεπε ως χρέος να στρέψει τον φακό του “σ΄ αυτούς που σημάδεψαν την ιστορία με αίμα και πυρωμένο σίδερο”: “Και νιώθω χρέος, για ένα μνημόσυνο των παλικαριών που βαριοκοιμούνται στις βουνοπλαγιές και τα διάσελα σημαδεμένους μόνο με κύκλους και πέτρες π΄ αράδιασαν με πόνο οι συναγωνιστές τους, για να θυμούνται τον τόπο που τους έθαψαν εκεί, κοντά στο μετερίζι που κρατούσαν ζωντανοί, μην τύχει και τους πατήσουν από λάθος οι περαστικοί” (από το βιβλίο “Το αντάρτικο στην Ηπειρο. Ασπρόμαυρες φωτογραφίες 1940-1944”).

Κοινοποίηση

Κοινοποιείστε στους φίλους σας!