Η θερμική καταπόνηση (στρες) προκαλείται στον ανθρώπινο οργανισμό στην προσπάθεια του να προσαρμοστεί στο εξωτερικό του περιβάλλον, όταν αισθάνεται σε αυτό θερμότερα ή ψυχρότερα από το επιθυμητό. Η αίσθηση αυτή δεν εξαρτάται μόνο από τη θερμοκρασία του αέρα αλλά από τον συνδυασμό της με άλλες μετεωρολογικές παραμέτρους όπως την υγρασία, την ταχύτητα του ανέμου και την ακτινοβολία, καθώς και από τη φυσιολογία του ανθρώπινου σώματος.

Ας απαντήσουμε επομένως σε δύο βασικά ερωτήματα:

1. Πως υπολογίζουμε τη θερμική καταπόνηση;

Ο Παγκόσμιος Δείκτης Θερμικού Κλίματος (UTCI, °C) είναι ένας θερμικός δείκτης που ενσωματώνει όλες τις μετεωρολογικές παραμέτρους που προαναφέρθηκαν και χρησιμοποιείται ευρέως για την εκτίμηση της θερμικής καταπόνησης λόγω ζέστης ή κρύου. H θερμοκρασία που υπολογίζεται από τον UTCI μπορεί να αντιστοιχηθεί σε μια κατηγορία κλίμακας θερμικής καταπόνησης (στρες) που κυμαίνεται από ακραία καταπόνηση λόγω κρύου μέχρι ακραία καταπόνηση λόγω ζέστης (Πίνακας 1). Για παράδειγμα, θερμοκρασία UTCI από 26 °C μέχρι 32 °C αντιστοιχεί στην κατηγορία «μέτρια καταπόνηση λόγω ζέστης» ενώ από -13 °C μέχρι 0 °C στην κατηγορία «μέτρια καταπόνηση λόγω κρύου».

Πίνακας 1. Κλίμακα εκτίμησης θερμικής καταπόνησης (στρες)

Για την εκτίμηση της θερμικής καταπόνησης στην Ελλάδα, ο δείκτης UTCI υπολογίστηκε από μετεωρολογικά δεδομένα υψηλής ανάλυσης (~10 km) της βάσης δεδομένων ERA5-Land της ευρωπαϊκής υπηρεσίας Copernicus για την περίοδο 1991 – 2020.

2. Ποια είναι η γεωγραφική κατανομή του δείκτη θερμικής καταπόνησης;

Για να αντιληφθούμε καλύτερα πως κατανέμεται γεωγραφικά στη χώρα μας ο δείκτης UTCI, υπολογίσαμε το ποσοστό των ωρών στις οποίες μια περιοχή επηρεάζεται από θερμική καταπόνηση, τόσο το καλοκαίρι όσο και το χειμώνα.

Ο χάρτης στην Εικόνα 1 παρουσιάζει το ποσοστό των ωρών με τουλάχιστον μέτρια καταπόνηση λόγω ζέστης (UTCI>26°C) για τους θερινούς μήνες (Ιούνιο, Ιούλιο, Αύγουστο) σε όλη την Ελλάδα.

Τη θερινή περίοδο το ποσοστό των ωρών με τουλάχιστον μέτρια θερμική καταπόνηση λόγω ζέστης (UTCI>26°C) κυμαίνεται από 18,4% έως 60,7% (μέση τιμή = 42,2%). Το ελάχιστο παρατηρείται στα νησιά των Κυκλάδων (π.χ. Νάξος) και το μέγιστο στην Κεντρική Μακεδονία (π.χ. περιοχή Σερρών), Κεντρική Ελλάδα (π.χ. περιοχή Λάρισας και Φθιώτιδας) και Πελοπόννησο (π.χ. περιοχές Αργολίδας και Λακωνίας).

Εικόνα 1. Χωρική κατανομή του ποσοστού (%) των ωρών με τουλάχιστον μέτρια θερμική καταπόνηση λόγω ζέστης (UTCI>26°C) για τη θερινή περίοδο 1991–2020.

Ο χάρτης στην Εικόνα 2 παρουσιάζει το ποσοστό των ωρών με τουλάχιστον μέτρια καταπόνηση λόγω κρύου (UTCI<0°C) για τους χειμερινούς μήνες (Δεκέμβριο, Ιανουάριο, Φεβρουάριο) σε όλη την Ελλάδα.

Τη χειμερινή περίοδο το ποσοστό των ωρών με τουλάχιστον μέτρια θερμική καταπόνηση λόγω κρύου (UTCI<0°C) κυμαίνεται από 8,7% έως 72,5% (μέση τιμή = 42,7%). Το ελάχιστο παρατηρείται σε περιοχές της Κρήτης και στα Δωδεκάνησα ενώ τα μέγιστα σε περιοχές της Θράκης και της Δυτικής Μακεδονίας. Είναι αξιοσημείωτο ότι η θερμική καταπόνηση λόγω κρύου είναι αυξημένη και στα νησιά του Βορείου Αιγαίου και στις Κυκλάδες, όχι τόσο λόγω της θερμοκρασίας αέρα, αλλά κυρίως λόγω της αυξημένης σχετικής υγρασίας και των ισχυρών ανέμων, καταδεικνύοντας τη χρησιμότητα εφαρμογής θερμικών δεικτών οι οποίοι λαμβάνουν υπόψη τους συνδυασμό τεσσάρων μετεωρολογικών παραμέτρων.

Εικόνα 2. Χωρική κατανομή του ποσοστού (%) των ωρών με τουλάχιστον μέτρια θερμική καταπόνηση λόγω κρύου (UTCI<0°C) για τη χειμερινή περίοδο 1991–2020.

Η μελέτη αυτή υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του έργου BIOCLIMATE-GR (Grant Agreement: G-2212-65296) το οποίο χρηματοδοτείται από το European Climate Foundation.

Κοινοποίηση

Κοινοποιείστε στους φίλους σας!