Το γέλιο του μπορεί να έσπαγε τζάμια. Η χροιά του το ίδιο. Μπορούσε να περάσει για ανθρωπάκι, για μάγκας, για καλοκάγαθος και για απατεώνας. Του έλειπε λίγο μπόι. Ε, και ; Στην πραγματικότητα ήταν «Γίγας». Γιατί μάλλον ποτέ δεν πίστεψε ότι λίγοι πόντοι μπορούν να του στερήσουν αυτό που άξιζε. Μια βραδιά, κι ενώ συνεργαζόταν με τον συγγραφέα Ναπολέοντα Ελευθερίου, έλειψε ξαφνικά ο ηθοποιός που υποδυόταν τον θρυλικό (και γιγαντιαίο) αρσιβαρίστα «Τόφαλο». Ο Νίκος Ρίζος, χωρίς δεύτερη σκέψη είπε πως θα τον αντικαταστήσει αυτός. «Μα είσαι τόσο κοντός», του απάντησε ο συγγραφέας. Τότε ο ηθοποιός  απάντησε, «Βάλε με στη σκηνή και θα δεις πως θα ψηλώσω». Και τελικά το χειροκρότημα που εισέπραξε ήταν διπλάσιο από εκείνο του απόντα ηθοποιού.
Γεννήθηκε στην Άρτα το 1924 και τελείωσε εκεί το σχολείο. Αμέσως ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει. Δεν θέλησε να χαλάσει το χατίρι του εφοριακού πατέρα του και γράφτηκε στην Νομική. Όμως δεν πήρε ποτέ το πτυχίο του. Γιατί τον κέρδισε το θέατρο και ο κινηματογράφος. Και καλά έκανε…
Από μικρός είχε ένα πάθος με το σινεμά. Σε έναν τοπικό κινηματογράφο στην Άρτα, άλλαζε τις αφίσες και το αφεντικό τον άφηνε να βλέπει τσάμπα ταινίες. Όταν στην Αθήνα χρειάστηκε δουλειά, μπορεί να έβρισκε οτιδήποτε, από οικοδομή μέχρι υπάλληλος. Αλλά τελικά η επιλογή του δεν ήταν τυχαία. Θέατρο. Αν και υπάλληλος, ήταν κοντά σε αυτό που αγαπούσε.
Σαν υπάλληλος ξεκίνησε η καριέρα του στο θέατρο. Μέχρι που έπαιξε τον «Τόφαλο». Τότε είδε πως είχε απήχηση στον κόσμο. Αλλά πάνω απ’ όλα κατάλαβε τι ήθελε να γίνει στην ζωή του.
Έκανε την πρώτη του εμφάνιση στην κλασική επιθεώρηση «Ανθρωποι, άνθρωποι» το 1948, στο θέατρο «Μετροπόλιταν» και απέκτησε δικό του θίασο το 1959, ενώ το 1961 δημιούργησε τον θίασο “Βασίλης Αυλωνίτης – Γεωργία Βασιλειάδου – Νίκος Ρίζος”, που διατηρήθηκε, σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία, μέχρι το 1965, παρουσιάζοντας διάφορες κωμωδίες τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Γερμανία για τους μετανάστες.
Το 1986 μετέτρεψε τον κινηματογράφο «Αστορ» της οδού Σταδίου σε θέατρο, το οποίο λειτούργησε υπό την καλλιτεχνική διεύθυνσή του μέχρι το 1990. Ο Νίκος Ρίζος, άλλωστε, υπήρξε πολύ επιτυχημένος θεατρικός επιχειρηματίας επί 27 χρόνια.
Έπαιξε σε περίπου 300 κινηματογραφικές ταινίες, όπως Το σωφεράκι του Γιώργου Τζαβέλλα, Ο θησαυρός του μακαρίτη του Νίκου Τσιφόρου, Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός, Συμμορία εραστών και άλλα.
Στην τηλεόραση πρωταγωνίστησε μαζί με τη Μάρθα Καραγιάννη στη σειρά Ο δρόμος του Κώστα Λυχναρά, σε σενάριο Κώστα Πρετεντέρη και το 1999 στην τηλεοπτική μεταφορά του μυθιστορήματος του ακαδημαϊκού Τάσου Αθανασιάδη Η αίθουσα του θρόνου στο Mega. Ήταν η τελευταία του εμφάνιση στην τηλεόραση, μιας και σαν σήμερα, στις 20 Απριλίου του 1999, την ημέρα προβολής του τελευταίου επεισοδίου της σειράς ο Νίκος Ρίζος πέθανε.
Το πέρασμα του Νίκου Ρίζου από την ελληνική θεατρική και κινηματογραφική σκηνή θα μείνει για πάντα αξέχαστο. Όχι μόνο για το χαρακτηριστικό ύψος του, ούτε για μεγάλο ταλέντου. Αλλά γιατί ήταν ένας χαμογελαστός, αεικίνητος, ανήσυχος και ευφυής άνθρωπος, που με όλα αυτά τα χαρακτηριστικά μαζί , απογείωσε την ελληνική κωμωδία και το επάγγελμα του ηθοποιού.

Κοινοποίηση

Κοινοποιείστε στους φίλους σας!