Τέτοιες μέρες πριν 44 χρόνια, και για την ακρίβεια στις 28 Μαΐου 1979, η Ελλάδα κάνει ένα αποφασιστικό βήμα μπροστά, ένα βήμα που θα καθορίσει την κοινωνική – οικονομική – πολιτική πορεία της τις επόμενες δεκαετίες, ακόμη δε, και σήμερα.

Εκείνη την ημέρα πριν 44 χρόνια υπογράφεται, στο Ζάππειο Μέγαρο, η Συνθήκη Προσχώρησης της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες και τα λόγια του Βαλερύ Ζισκάρ ντ’ Εσταίν στην τελετή έρχονται να επισφραγίσουν τη σημασία της ημέρας εκείνης: «Η Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα δεν θα ήταν Ευρώπη (…) η Ευρώπη ξαναβρίσκει την Ευρώπη». Με βασικό πρωταγωνιστή, τον πολιτικό που οραματίστηκε και δούλεψε για την ένταξη της χώρας μας στην ευρωπαϊκή οικογένεια, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.

Το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, με αφορμή και την σημερινή εκδήλωση στο Ζάππειο Μέγαρο για την επέτειο των 40 ετών από την πλήρη ένταξη της Ελλάδας στην (τότε) ΕΟΚ (και νυν Ευρωπαϊκή Ένωση) ξεφυλλίζει το ιστορικό εκείνο γεγονός, μέσα από τις σελίδες του Αρχείου του Κωνσταντίνου Καραμανλή: Οι ομιλίες του τότε πρωθυπουργού – σημεία των οποίων θαρρεί κανείς πως γράφτηκαν χθες, ιδίως σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή πορεία – οι ομιλίες των ξένων ηγετών και οι παρουσίες, η θέση των πολιτικών κομμάτων, πώς είδε το γεγονός ο ελληνικός και διεθνής Τύπος.

 

«Το μέλλον της Ελλάδος βρίσκεται στην Ενωμένη Ευρώπη»

 

Ξεκινώντας από αυτή καθαυτή την τελετή της υπογραφής της Συνθήκης Προσχώρησης της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, το «παρών» στο Ζάππειο Μέγαρο έδωσαν ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, Ζισκάρ ντ’ Εσταίν, οι πρωθυπουργοί της Ιταλίας, Αντρεόττι, του Βελγίου, Μαρτένς, της Ολλανδίας, Βαν Αγκτ, της Ιρλανδίας, Λυντς και του Λουξεμβούργου, Τορν, καθώς και ο αντικαγκελάριος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Γκένσερ, και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Τζένκινς.

Η τελετή ξεκίνησε με δύο προσφωνήσεις, του Γάλλου υπουργού Εξωτερικών, Φρανσουά Πονσέ, και του Κωνσταντίνου Καραμανλή: «Με τη σημερινή Συμφωνία η Ελλάς αποδέχεται τη συμμετοχή της στη διαδικασία της ενοποιήσεως της Ευρώπης, που συντελείται με την ακατανίκητη δύναμη φυσικού φαινομένου. Μπορεί να υπάρχουν διαφορές απόψεων, ως προς την έκταση, τη μορφή, τις διαδικασίες και το ρυθμό πραγματοποιήσεώς της. Κανένας όμως δεν μπορεί να αρνηθεί την ιστορική της αναγκαιότητα», υπογράμμιζε στην εισαγωγή της προσφώνησής του ο Κων. Καραμανλής, ενώ συνέχιζε με κάτι που παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο:

«Αν τα Κράτη της Ηπείρου μας δεν συνενώσουν τις υλικές και πνευματικές τους δυνάμεις σε μια οργανική ενότητα, θα παραμερισθούν μοιραία στο περιθώριο της ιστορίας. Και η Ευρώπη, που κυριαρχούσε στον κόσμο, μέχρι και τις αρχές του αιώνος, θα μεταβληθεί σε ουραγό και θα εκτεθεί σε κινδύνους».

«Από πείρα, αλλά και από χαρακτήρα, δεν χρησιμοποιώ αφορισμούς», θα πει επίσης, «και δυσπιστώ προς τις θεωρητικές κατασκευές, που ερμηνεύουν τους νόμους της ιστορικής εξελίξεως και δίνουν στους ανθρώπους έτοιμες συνταγές για τη λύση των προβλημάτων τους. Βασίζομαι πάντα στη μελέτη πραγματικών δεδομένων και στα διδάγματα της ιστορικής πείρας. Αυτά με έπεισαν ότι το μέλλον της Ευρώπης βρίσκεται στην ενοποίησή της. Και ότι το μέλλον της Ελλάδας βρίσκεται στην Ενωμένη Ευρώπη. Και με την πεποίθηση αυτή αγωνίστηκα, επί μία εικοσαετία περίπου, να εντάξω τη χώρα μου στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα», συμπύκνωσε ο Κων. Καραμανλής.

Και, στη συνέχεια, «… για πρώτη φορά στην ιστορία θα δημιουργηθεί μια τόσο μεγάλη Κοινότητα Εθνών, που βασίζεται στην ελεύθερη συγκατάθεση. Στην ισότιμη συνεργασία και στον αμοιβαίο σεβασμό. Καμία χώρα δεν υποχρεώθηκε να προσχωρήσει στην Κοινότητα παρά τη θέλησή της. Καμιά δεν παραμένει με τη βία. Όλες αντίθετα έχουν λόγο στη διαχείριση των υποθέσεών της. Γι’ αυτό και η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, σε σχέση με τις προηγούμενες ιστορικές εμπειρίες, είναι πρωτότυπη και θα έλεγα επαναστατική. Κι έχει τεράστια σημασία σαν παράδειγμα για όλη την ανθρωπότητα».

Εν κατακλείδι, σε μια ακόμη επίκαιρη αναφορά του Κων. Καραμανλή, «η Ελλάς δεν μπορούσε να απουσιάσει από αυτήν την ιστορική για το μέλλον της Ευρώπης συλλογική προσπάθεια. Γιατί η τύχη της είναι στενά, αναπόσπαστα θα έλεγα, συνυφασμένη με την τύχη των άλλων Δημοκρατιών της Ηπείρου. Αν η Ευρώπη κινδυνεύσει, σαν μορφή διακυβερνήσεως και σαν τρόπος ζωής, θα είναι εντελώς παράλογο να πιστεύσουμε ότι η Ελλάς θα μπορέσει να διατηρηθεί σαν μοναδική βάση ανεξαρτησίας και ελευθερίας στην Ήπειρό μας».

Από την πλευρά του και στη δική του προσφώνηση, ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών ανέφερε, μεταξύ άλλων, «αυτή τη στιγμή με την Ελλάδα που γίνεται μέλος της, η ΕΟΚ δεν θα διευρυνθεί απλώς, θα γίνει πιο αυθεντικά ευρωπαϊκή», υπογραμμίζοντας συγχρόνως τον αποφασιστικό ρόλο που έπαιξε ο Έλληνας πρωθυπουργός: «…αν οι διαπραγματεύσεις που άρχισαν το 1976, έφθασαν σε αίσιο πέρας στις 3 Απριλίου στο Λουξεμβούργο, αυτό το οφείλουμε σε έναν άνδρα, ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε όλη αυτή τη διαδικασία: τον Κωνσταντίνο Καραμανλή».

Ακολούθησε στο βήμα ο πρόεδρος της Επιτροπής των Κοινοτήτων, Ρόυ Τζένκινς, ο οποίος αφού αφηγήθηκε, βήμα βήμα, τις συζητήσεις της Αθήνας και της ΕΟΚ, ήδη από τη δεκαετία του ‘60, υπογράμμισε το γεγονός ότι η προσχώρηση της Ελλάδας συμπίπτει χρονικά με τρεις ευρωπαϊκές εξελίξεις: τις επικείμενες, πρώτες, εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τη διεύρυνση της ΕΟΚ, με την Ελλάδα σε πρώτη φάση, την Πορτογαλία και την Ισπανία αμέσως μετά, και την εισαγωγή του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος.

 

«Σταθερός οραματισμός και αταλάντευτη πίστη»

 

Ακολούθησε η υπογραφή των τεσσάρων κειμένων για την ένταξη της Ελλάδας, από τους εκπροσώπους των εννέα κρατών – μελών της Κοινότητας. Από την ελληνική πλευρά υπέγραψαν τα κείμενα ο πρωθυπουργός, Κων. Καραμανλής, και οι υπουργοί Εξωτερικών, Γ. Ράλλης, και για τα θέματα της ΕΟΚ, Γ. Κοντογεώργης.

Στην κεντρική ομιλία του ακολούθως, ο πρωθυπουργός δεν έκρυψε τη συγκίνησή του, όπως καταγράφηκε άλλωστε στις ανταποκρίσεις της εποχής, για παράδειγμα από τον Economist, αλλά και ο ίδιος ο Κων. Καραμανλής αναγνώρισε: «Προσωπικώς αισθάνομαι τη στιγμή αυτή βαθύτατη συγκίνηση. Ένας σταθερός οραματισμός και μια αταλάντευτη πίστη στην αναγκαιότητα της Ενωμένης Ευρώπης και στην ευρωπαϊκή μοίρα της χώρας μου βρίσκουν σήμερα, ύστερα από 15 χρόνια, τη δικαίωσή τους».

Παρά ταύτα, ρεαλιστής όπως πάντα, «η ένταξη της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, μολονότι αποτελεί πολυσήμαντο ιστορικό γεγονός, δεν συνεπάγεται ωστόσο αλλαγή κλίματος για τη χώρα μου», ενώ, ανοίγοντας το κάδρο, θα επισημάνει, «η ενοποίηση της Ευρώπης πιστεύω ότι θα είναι το μεγαλύτερο πολιτικό γεγονός στην ιστορία της Ηπείρου μας. Ένα γεγονός που θα επηρεάσει όχι μόνο τη μοίρα της Ευρώπης, αλλά και την πορεία της ανθρωπότητας. Γιατί θα εξισορροπήσει το συσχετισμό δυνάμεων στον κόσμο, θα κατοχυρώσει την ανεξαρτησία της Ευρώπης και θα συμβάλει στην εμπέδωση της παγκόσμιας τάξεως και ειρήνης».

Και, σε άλλο σημείο της ομιλίας του, «η ενωτική διαδικασία της Ευρώπης προχωρεί αμετάκλητη. Βρισκόμαστε στα σημεία που δεν έχει επιστροφή. Χρειάστηκε πολύ αίμα και πολύς χρόνος για να συνειδητοποιήσουν οι Ευρωπαίοι την ταυτότητά τους, τις κοινές ρίζες τους και την κοινή τους αποστολή. Η ενοποίηση, έστω και αν βραδύνει, κινείται με χαρακτήρα νομοτελειακό».

Κλείνοντας, «η Ελλάς από σήμερα αποδέχεται οριστικά την ιστορική πρόκληση και την ευρωπαϊκή της μοίρα. Διατηρώντας την εθνική της ταυτότητα. Έχομε εμπιστοσύνη και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Έχομε την απόφαση να είμαστε όλοι Ευρωπαίοι, όπως θα έλεγε ο Τσώρτσιλ, και όλοι Έλληνες, όπως θα έλεγε ο Σέλλεϋ. Γιατί όπως έγραψε ο Ισοκράτης, Έλληνες δεν είναι εκείνοι που γεννήθηκαν στην Ελλάδα, αλλά εκείνοι που υιοθέτησαν το πνεύμα το κλασικό».

 

«Η Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα δεν θα ήταν Ευρώπη»

 

Στο δείπνο που ακολούθησε και παρέθεσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο Γάλλος ομόλογός του, Βαλερύ Ζισκάρ ντ’ Εσταίν έλεγε στα ελληνικά: «Η Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα δεν θα ήταν Ευρώπη. Είμαι πεπεισμένος ότι ο ελληνικός λαός θα βρει μέσα στην Κοινότητα τις προϋποθέσεις για την πρόοδο και την ευημερία του. Θα μπορεί να βασίζεται στην ενεργό αλληλεγγύη των κατοίκων του. Είμαστε όλοι, στη γλώσσα μας και στους μηχανισμούς της σκέψεώς μας, παιδιά του ελληνικού πολιτισμού». Και κατέληξε, «η Ευρώπη ξαναβρίσκει την Ευρώπη».

Μάλιστα, κατά την άφιξή του στην Αθήνα, ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, αφού συνεχάρη το «φίλο του», Κων. Καραμανλή, είπε και αυτά: «Ξέρουμε πόσα χρωστάμε στον ελληνικό λαό, στον τομέα του πολιτισμού μας, της γλώσσας μας, της σκέψεώς μας και είναι πολύ σημαντικό για τη Γαλλία, που είναι θυγατέρα της κλασικής Ελλάδος, να είναι στο εξής αδελφή της σύγχρονης Ελλάδος, δεδομένου ότι τώρα θα μπορούμε, επί τέλους, να βρούμε μαζί λύση των οικονομικών, κοινωνικών και διεθνών προβλημάτων της εποχής μας».

Στο Προεδρικό Μέγαρο, πριν την ομιλία του Ζισκάρ ντ’ Εσταίν, είχε προηγηθεί το «καλώς όρισες» προς τις ξένες αντιπροσωπείες από τον Κων. Τσάτσο και τον Κων. Καραμανλή, ο οποίος ταυτόχρονα με τις αναφορές του για την ευρωπαϊκή ενοποίηση, υπογράμμισε και τις προσπάθειες του ελληνικού λαού: «Οι Έλληνες απέκτησαν ήδη εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Και η αυτοπεποίθηση αυτή δικαιολογείται από την πρόοδο που σημειώνεται τα τελευταία χρόνια στον τόπο μας. Ήδη η Ελλάς, στα πλαίσια μιας υγιούς δημοκρατίας, διαθέτει πολιτική σταθερότητα, κοινωνική γαλήνη και αξιόλογη οικονομική πρόοδο. Και πιστεύω ότι, με την ένταξή της στην Κοινότητα, τα αγαθά αυτά θα σταθεροποιηθούν».

Αντίστοιχες δηλώσεις με εκείνη του Γάλλου Προέδρου, έκαναν από την Αθήνα και οι παρόντες ευρωπαίοι πρωθυπουργοί, ενώ τηλεγραφήματα απέστειλαν ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, Τζίμι Κάρτερ, οι πρωθυπουργοί του Ηνωμένου Βασιλείου, Μάργκαρετ Θάτσερ, και της Γερμανίας, Χέλμουτ Σμιτ.

 

Οι ανταποκρίσεις, οι τίτλοι και τα σχόλια των εφημερίδων

 

Όλες οι ευρωπαϊκές εφημερίδες, και όχι μόνον, αναφέρθηκαν – ορισμένες με ανταποκρίσεις από την Αθήνα – στο γεγονός της Συνθήκης Προσχώρησης. Από το Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή και πάλι, από όπου και η επιλογή: Τίτλος του “Monde”, ήταν, «Ελλάς: ένας επιδέξιος συνέταιρος», που εστιάζει στην «τακτική πειστικής γοητείας» που άσκησε η ελληνική κυβέρνηση στους μελλοντικούς εταίρους της, προκειμένου να καμφθούν εμπόδια και αντιρρήσεις. Τις προσωπικές προσπάθειες του Έλληνα πρωθυπουργού υπογραμμίζουν οι εφημερίδες “Figaro” και “La Croix”, την ώρα που η “Humanite” επαναλαμβάνει τη θέση του γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, σύμφωνα με την οποία η διεύρυνση εξυπηρετεί αποκλειστικά τα συμφέροντα των πολυεθνικών εταιρειών και θέτει σε κίνδυνο την εθνική κυριαρχία των χωρών της ΕΟΚ. Επιφυλακτική η “Les Echos” αναφέρει στο «δια ταύτα» της ανάλυσής της: «Ανοίγοντας τις πόρτες της στις μεσογειακές χώρες – αργότερα θα ακολουθήσουν η Πορτογαλία και η Ισπανία – η ΕΟΚ θα αντιμετωπίσει μια σειρά νέα προβλήματα: τη συγχώνευση οικονομιών λιγότερο αναπτυγμένων, το σοβαρό συναγωνισμό των αγροτών της Μεσογείου, χαμηλότερα ημερομίσθια. Και τον πολλαπλασιασμό των επίσημων γλωσσών στις Βρυξέλλες…».

 

Κάτι παραπάνω από μια εισαγωγή ελαιολάδου

 

Ενώ στην επιθεώρηση “Nouvel Economist” ο Κριστιάν Μεναντώ έγραφε ότι «οι λόγοι που ώθησαν την Ελλάδα να ζητήσει την ένταξη της ΕΟΚ είναι οικονομικής φύσεως. Γενική είναι η αισιοδοξία των Ελλήνων υπευθύνων για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στα πλαίσια της Κοινότητας, όπως του Κ. Μητσοτάκη, που υποστηρίζει ότι η ένταξη θα επιδράσει αποφασιστικά στον εκσυγχρονισμό των δομών της ελληνικής οικονομίας».

Από διαφορετική σκοπιά, η επιθεώρηση “Express” και ο ιστορικός Εμμανουέλ Λε Ρουά Λαντυρί, υπό τον τίτλο, «Ευρώπη, πρωταρχικά ένας πολιτισμός», αναφέρονται στην «περισσότερο ολοκληρωμένη απόδοση της ευρωπαϊκής πολιτιστικής ταυτότητας μετά την ενσωμάτωση της Ελλάδας στον κοινοτικό κορμό», καθώς «η ουσία της ευρωπαϊκής ενότητας δεν είναι η ταυτότητα των οικονομικών συμφερόντων, αλλά η κοινή πολιτιστική κληρονομιά, οι ρίζες της οποίας εντοπίζονται στην ελληνική αρχαιότητα». Και χαρακτηριστικά, «με αυτή την έννοια η σημερινή είσοδος της Ελλάδος στην Κοινή Αγορά αποτελεί κάτι περισσότερο από μια απλή υπόθεση εισαγωγής ελαιολάδου και κορινθιακής σταφίδας».

 

Προσποιήθηκε ότι σκούπισε το φρύδι του

 

«Τώρα, είμαστε Δέκα», είναι ο, εμφατικός, τίτλος του κύριου άρθρου του “Guardian”, ενώ σε ανταπόκριση από την Αθήνα, η επιθεώρηση “Economist” μεταφέρει: «μετά την επίσημη υπογραφή της Συνθήκης Εντάξεως της Ελλάδος στην ΕΟΚ, ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής προσποιήθηκε ότι σκούπισε το φρύδι του, αλλά στην πραγματικότητα ο 72 ετών ηγέτης σκούπισε ένα δάκρυ, έκδηλα συγκινημένος από τη στιγμή θριάμβου του ευρωπαϊκού του οράματος».

Από τις γερμανικές εφημερίδες, η “Welt”, η “Frankfurter Allgemeine Zeitung” και η “Suddeutsche Zeitung” εξαίρουν τη στάση του Κων. Καραμανλή, διαφορετική, πάντως, η οπτική της “Zeit”: «Η Ελλάδα», υποστήριζε, «αντιμετωπίζει σειρά από σοβαρά προβλήματα: τεχνολογική καθυστέρηση, χαμηλό ποσοστό παραγωγικότητας, υψηλός πληθωρισμός, τεταμένες σχέσεις με την Τουρκία κ.λ.π.».

 

Το χρέος προς τους Έλληνες

 

«Η Κοινοτική Ευρώπη διευρύνεται και γίνεται περισσότερο μεσογειακή», γράφει η “Republica” δίνοντας και τον τόνο εκ μέρους των ιταλικών εφημερίδων, την ώρα που η “Avanti” …πανηγυρίζει: «Η ένταξη της Ελλάδος στην πραγματικότητα σημαίνει είσοδο της χώρας αυτής στην Ευρώπη των εργαζομένων, όπως εύχονταν επίμονα οι Ιταλοί σοσιαλιστές και τα σοσιαλιστικά κόμματα των άλλων χωρών της ΕΟΚ».

Σε μια διαφορετική θεώρηση, η “Popolo” σε ανταπόκρισή της από την Αθήνα σημειώνει: «…η Ευρώπη εξοφλεί στην Ελλάδα ένα χρέος που οφείλει από πολλά χρόνια, από τότε που εδώ (στην Ελλάδα) άνθρωποι φυλακίζονταν, βασανίζονταν και δολοφονούνταν επειδή πίστευαν στην ελευθερία και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, διάβαζαν Σωκράτη, ήταν και αισθάνονταν Ευρωπαίοι, δηλαδή πολίτες και όχι υπήκοοι, αυτόνομες προσωπικότητες και όχι αγέλη…».

 

Αντιπαράθεση Κ. Καραμανλή – Α. Παπανδρέου μέσω… N.Y.Times

 

«Η σημερινή τελετή αποτελεί προσωπικό θρίαμβο του κ. Καραμανλή, που είχε καταστήσει την ένταξη στην ΕΟΚ ακρογωνιαίο λίθο της εξωτερικής του πολιτικής», τονίζουν, επίσης σε ανταπόκρισή τους από την Αθήνα, οι “New York Times”. Η αμερικανική εφημερίδα αναφέρεται όμως και στις θέσεις του τότε αρχηγού της μείζονος αντιπολίτευσης, Ανδρέα Παπανδρέου.

Σύμφωνα με τη σχετική παράθεση από τα Αρχεία Κωνσταντίνου Καραμανλή, η αμερικανική εφημερίδα μετέδιδε, «η Κυβέρνηση, από την πλευρά της επιμένει ότι η Ελλάς θα κερδίσει τελικά το μερίδιο που της αξίζει από την ΕΟΚ. Αυτή η άποψη αμφισβητείται από τον Α. Παπανδρέου, οικονομολόγο με αμερικανική εκπαίδευση που ηγείται του ΠΑΣΟΚ, κυριότερου κόμματος της αντιπολιτεύσεως. Ο κ. Παπανδρέου είχε δηλώσει ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να παραμείνει ανεξάρτητη από οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς με την ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ, με το επιχείρημα ότι η ένταξη καθιστά την Ελλάδα “περιφερειακό ουραγό” μιας μεγάλης οικονομικής περιοχής, της οποίας η οικονομική πολιτική θα υπαγορεύεται από τις Βρυξέλλες. Χωρίς να αναφερθεί ευρέως στον κ. Παπανδρέου και τις επικρίσεις του, ο κ. Καραμανλής απέρριψε σήμερα ως αναχρονιστική τη θέση ότι η Ελλάς θα έπρεπε να παραμείνει ανεξάρτητη από τη Δύση. “Οι δυσκολίες μπορούν να λυθούν όχι με συναγωνιστικό απομονωτισμό, αλλά μόνο με την επιτάχυνση των διαδικασιών της ενοποιήσεως”, δήλωσε (σ.σ. ο Κων. Καραμανλής)”, σύμφωνα με τους NYT.

 

Οι ελληνικές εφημερίδες

 

Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές εφημερίδες, η «Καθημερινή» σημείωνε: «…η ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, αποτελεί από χθες εθνική πραγματικότητα και είναι κτήμα ολόκληρου του έθνους, πέρα από κόμματα, παρατάξεις, τοποθετήσεις και απόψεις που αναπτύχθηκαν έως τώρα». Η ιστορική εφημερίδα έγραφε, όμως, και αυτό: «Τώρα, θα ήταν λάθος να νομιστεί ότι η ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα αποτελεί ένα είδος ‘πανάκειας’ που θεραπεύει αμέσως και αυτόματα όλα τα δεινά μας. Η ένταξη δεν είναι φτάσιμο αλλά αφετηρία για ένα καλύτερο και ασφαλέστερο μέλλον».

Επίσης η «Ακρόπολις» σημείωνε: «Το ιστορικό αυτό γεγονός, που εύλογα χαρακτηρίστηκε σταθμός στην πορεία του έθνους, αποτελεί πανηγυρική αναγνώριση του πολιτικού δυναμισμού και της οικονομικής προόδου της χώρας, και από την άποψη αυτή γεμίζει τον Έλληνα με υπερηφάνεια και αυτοπεποίθηση».

Από την πλευρά της, η «Αυγή» επιχειρηματολογούσε υπέρ της θέσης του κομματικού φορέα που υποστήριζε: «…το ΚΚΕ εσωτ. από τη σκοπιά των συμφερόντων του εργατικού και δημοκρατικού μας κινήματος τάχθηκε αποφασιστικά υπέρ της ένταξης της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Δεν αντιμετώπισε και δεν αντιμετωπίζει αυτή την ένταξη σαν κάποιο ‘αναγκαίο κακό’, αλλά σαν την ενεργητική αποδοχή μιας ιστορικής πρόκλησης…».

Στον αντίποδα ο «Ριζοσπάστης», «…στην πραγματικότητα, η ένταξη στην ΕΟΚ, όπως επανειλημμένα τόνισε το ΚΚΕ, αντιστρατεύεται τα σημερινά και τα μελλοντικά συμφέροντα της Ελλάδας. Γι’ αυτό ο ελληνικός λαός δεν πρόκειται ν’ αποδεχτεί σαν τετελεσμένο γεγονός τα δεσμά της ΕΟΚ, που χαλκεύτηκαν ερήμην του».

Κοινοποίηση

Κοινοποιείστε στους φίλους σας!